- Advertisement -

«Η λογοτεχνία δεν λέει αλλά δείχνει»

3

- Advertisement -

Ο Γιώργος Συμπάρδης αποτελεί σήμερα για την εγχώρια πεζογραφία μια διακριτή λογοτεχνική φωνή που κατέχει την τέχνη του υπαινιγμού. Τα βιβλία του, ένας εσωτερικός ορίζοντας σημαινομένων των ανθρώπων της διπλανής πόρτας, όπως έχουμε συνηθίσει να λέμε. Η «Πλατεία Κλαυθμώνος» (Μεταίχμιο) λαμβάνει χώρα στον πρώτο χρόνο της απριλιανής δικτατορίας. Ενας νεαρός αφηγητής, ο οποίος παραμένει αγνώστου ταυτότητας μέχρι το τέλος, εξερευνά και αντιμετωπίζει την υπό διαμόρφωση σεξουαλικότητά του, μέσα από το ομιχλώδες περιβάλλον της οικογενειακής του κατάστασης: των δύο γονιών του και ενός τρίτου προσώπου που αποτελεί τον συνδετικό τους κρίκο. Ο Συμπάρδης δεν μας δίνει έτοιμη τροφή. Διασχίζει τα κρυμμένα της ψυχής, αφήνοντας στους αναγνώστες να απαντήσουν στα πολύπλοκα ερωτήματα που θέτει και μας αφορούν.

Τι περιέχει για εσάς ο όρος λογοτεχνία;

Είναι όλα τα είδη του λόγου. Χρειάζεται να μιλήσουμε ειδικά για κάθε είδος ξεχωριστά για να δούμε πού αποσκοπεί. Εν προκειμένω, μια και μιλάμε για μυθιστόρημα, είναι η απαιτητικότερη από τις τέχνες της γραφής. Ασχολείται με τις συνθήκες του βίου και κατ’ επέκταση με την ίδια τη ζωή ως ολότητα. Σαν αναγνώστης αναζητώ ένα βιβλίο που θα μου προτείνει έναν άλλο τρόπο ανάγνωσης της πραγματικότητας. Εναν καινούργιο και ιδιαίτερο τρόπο. Το πρώτο που με ενδιαφέρει δεν είναι άλλο από την οπτική του συγγραφέα.

Πώς μπλέξατε με τη γραφή;

Εγραφα από νέος πράγματα που ενδιέφεραν μόνο εμένα. Κείμενα που αρχικά δεν είχα σκοπό να εκδώσω. Η πρώτη μου ολοκληρωμένη προσπάθεια, θυμάμαι, ήταν ένα βιβλίο που αποτελούνταν από περιλήψεις μυθιστορημάτων, διηγημάτων, αφηγήσεων, θραύσματα, αυτούσιοι διάλογοι. Το έγραφα χρόνια, μέχρι που κατάλαβα ότι αυτή η μορφή, αν και γοητευτική στην αρχή, έπαψε να με ενθουσιάζει. Εβλεπα πως δεν εμβάθυνα στις ιστορίες, παρατηρούσα ότι πέφτω σε ευκολίες και το κατέστρεψα, πολύ πριν βγάλω το «Μέντιουμ» (Μεταίχμιο), το πρώτο μου βιβλίο. Αργότερα διαπίστωσα πως ο πατέρας του Ρένου Αποστολίδη, ο Ηρακλής, είχε βγάλει ένα βιβλίο το οποίο ήταν τέτοιου τύπου. Με αποσπάσματα και αφηγήματα. Ομως ό,τι δεν με εκφράζει δεν μπορώ να το κρατήσω.

Πάμε να ξετυλίξουμε την «Πλατεία Κλαυθμώνος», το πέμπτο σας μυθιστόρημα. Ποια είναι η κάτοψη του βιβλίου, τι ενεργοποιήθηκε μέσα σας;

Το θέμα του βιβλίου είναι απλό και υπαρκτό. Αφηγητής είναι ένας 19χρονος φοιτητής της Νομικής. Στη πραγματικότητα εκείνο που τον απασχολεί είναι αυτό που έχει δει στο σπίτι του. Δηλαδή τον πατέρα, τη μητέρα και έναν τρίτο άνθρωπο. Το ερώτημα που του δημιουργείται – όπως και σε μένα – είναι ποια η σχέση του τρίτου ατόμου που μπαινόβγαινε στο σπίτι με τους γονείς του. Τώρα το θέμα της ομοφυλοφιλίας ή της αμφιφυλοφιλίας υπάρχει μέσα στο βιβλίο. Ουσιαστικά είναι εκείνο που υποπτεύεται το παιδί, ότι δηλαδή συμβαίνει κάτι το σεξουαλικό ανάμεσα στους γονείς του και το τρίτο πρόσωπο. Αυτή είναι η αρχή του μίτου. Δεν σας κρύβω ότι γνωρίζω αρκετούς ομοφυλόφιλους οι οποίοι είναι παντρεμένοι και με παιδιά. Δεν είναι η νόρμα, είναι αυτοπροστασία περισσότερο. Σήμερα τα πράγματα αλλάζουν. Οι ομοφυλόφιλοι αν θέλουν μπορούν να παντρεύονται, κι άλλοι όχι. Ομως επί της ουσίας δεν με ενδιέφερε ταυτοτικά αυτό. Αλλά το πώς το παιδί προσλαμβάνει και έρχεται αντιμέτωπο με αυτό το ζήτημα.

Οι ήρωές σας και εδώ είναι από λαϊκής καταγωγής έως και μεσοαστοί. Εκείνοι που δεν κάνουν φασαρία πολλή, αλλά κουβαλούν μέσα τους όλες τις αντιθέσεις του βίου. Τι βρίσκετε σε αυτούς τους ανθρωπότυπους;

Μεγάλωσα σε μια οικογένεια μικρο-μεσοαστική και ως εκ τούτου γνωρίζω αυτόν τον κόσμο. Οπως και τους μεγαλοαστούς, καθότι εργάστηκα για χρόνια σαν δικηγόρος εφοπλιστών. Δεν θα μπορούσα να γράψω όμως για ένα τέτοιο περιβάλλον, παρά μόνο ως μια παρωδία ή κάτι τέτοιο. Το μικροαστικό περιβάλλον κρύβει μέσα του μια θάλασσα σκέψεων και συμπεριφορών που ξεπερνά την τάξη και ανοίγεται, θα πω, σε πανανθρώπινα ζητήματα.

Γιατί ο νεαρός αφηγητής είναι ανώνυμος;

Πρώτα απ’ όλα το βιβλίο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη. Με αντίστοιχα ονόματα κεφάλαια. Το πρώτο μέρος τιτλοφορείται: «Ψευτογιώργος». Ο ίδιος ο αφηγητής δίνει αυτό το όνομα, με γνώμονα ότι δεν θέλει να εμφανίσει την πραγματική του ταυτότητα. Ο λόγος είναι ότι δεν ήθελα να συγχέει ο αναγνώστης τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή με εμένα. Τα ονόματα στη λογοτεχνία έχουν ειδική σημασία και κυρίως όχι για κάτι το ξεκάθαρα εμφανές.

Η τέχνη σας είναι ο υπαινιγμός. Οπως και σε αυτό το μυθιστόρημα. Μπορείτε να μας πείτε περισσότερα;

Κατ’ αρχάς ο αφηγητής – και, μέσω αυτού, εγώ – δεν αναλαμβάνει να δώσει έτοιμο στο χέρι του αναγνώστη το τι ακριβώς συμβαίνει. Για μένα η λογοτεχνία δεν έχει προορισμό να λέει αλλά να δείχνει. Οπως και στο βιβλίο μου περιγράφω τα περιστατικά και γύρω από αυτά τα γεγονότα μπορεί ο καθένας να βγάλει συμπεράσματα. Δεν μπαίνω στη θέση να εξηγήσω. Μου αρέσουν οι συγγραφείς που βάζουν τους αναγνώστες να δώσουν τις απαντήσεις στα ερωτήματα.

Στο βιβλίο βλέπουμε πολλούς κρυμμένους εαυτούς. Αν και ένας βασικός αφηγητής, υπάρχουν πολλές εκδοχές. Εκείνου και των άλλων. Πείτε μας για αυτή τη ρευστότητα και κυρίως το πολύπτυχο των ηρώων σας.

Πρώτα απ’ όλα ήθελα να δείξω σε αυτό το μυθιστόρημα και τη διάχυση της σεξουαλικότητας. Τον πρώτο χρόνο της Δικτατορίας όπου τοποθετείται χρονικά το βιβλίο, δεν ήταν κάτι που συζητιόταν καν, ούτε σαν υποψία. Σήμερα, είναι σχεδόν πανθομολογούμενη. Τότε η Χούντα ανάμεσα σε άλλα επιβάλλει και την αυτολογοκρισία. Γιατί, ξέρετε, μια δικτατορία ενδιαφέρεται για την ιδιωτική ζωή των ανθρώπων, βάζοντας κανονισμούς, και όχι μόνο του τι λέγεται δημοσίως. Η ατμόσφαιρα της επιβολής υπάρχει ήδη από το πρώτο μέρος του βιβλίου όταν συλλαμβάνουν τον νεαρό και του ζητούν να ομολογήσει τι είναι. Αυτό επιδρά στον ψυχισμό και τη συμπεριφορά των ηρώων.

Καθώς ξεφυλλίζουμε τις σελίδες υπάρχει μια αίσθηση απειλής. Και παράλληλα βλέπουμε μια έλλειψη κατανόησης από και προς τους ήρωες. Αλλες φορές σαν να νομίζουν ότι είναι ερωτευμένοι αλλά στην πραγματικότητα δεν το πιστεύουν. Αυτή η βάσανος από πού προέρχεται;

Υπάρχουν δύο απειλές. Η μία είναι εξωτερική. Τι απαιτεί η κοινωνία στον καθένα από εμάς. Η δεύτερη είναι η συμμόρφωση με κανόνες απολυταρχικούς, όπου είναι ο εξαναγκασμός να ομολογήσουν τι κάνουν. Για να ακουστείς, πρέπει να μιλήσεις και οι ήρωές μου όσον αφορά την κατανόηση που είπατε κάνουν ακριβώς το αντίθετο: κρύβουν την ταυτότητά τους, γιατί ο ιδιωτικός χώρος είναι πολύτιμος. Υπάρχει από τη μεριά τους μια απόκρυψη. Είναι υποχρεωμένοι να κινηθούν σε αυτό το μονοπάτι. Παριστάνουν πως μπορεί να είναι κάποιοι άλλοι.

Τι ρόλο παίζουν τα καταγωγικά στοιχεία ιδιαίτερα του νεαρού αφηγητή;

Σήμερα, για παράδειγμα, συζητείται το θέμα των παιδιών των ομόφυλων ζευγαριών. Τα παιδιά αυτά πρώτα απ’ όλα γνωρίζουν ότι έχουν δυο πατεράδες ή δυο μανάδες. Δεν τους αποκρύπτεται. Στο μυθιστόρημά μου αποκρύπτονται πολλά πράγματα. Και θέλω να διευκρινίσω: μακριά από εμένα ο λίθος του αναθέματος. Αλλά στην περίπτωση για την οποία μιλάμε, ο νεαρός ήρωάς μου ψάχνει αυτό το κρυμμένο να ανακαλύψει. Που έχει πολλές ιδιότητες. Στο βιβλίο έχει δύο σεξουαλικές εμπειρίες με άντρες, αλλά φαίνεται ότι δεν τον αφορά. Μετά έχει σχέση με την κόρη του καινούργιου φίλου της μητέρας του. Κι εκεί το πόσο τον αφορά είναι επίσης άγνωστο έτσι όπως περιγράφεται. Η σεξουαλικότητα των ανθρώπων είναι περίπλοκο ζήτημα. Είναι ένα δέντρο με πολλά κλαδιά. Γι’ αυτό ο ήρωάς μου βρίσκεται συνεχώς σε ένα σταυροδρόμι.

Πού εντοπίζεται η ανισορροπία των γονέων;

Δεν μπορούμε να εντοπίσουμε ακριβώς. Το τρίτο πρόσωπο είναι σημαντικό, διότι κρατά το ζευγάρι τύποις ενωμένο. Είναι ο συνδετικός κρίκος και μόλις φεύγει, διαλύεται η οικογένεια. Ουσιαστικά με αυτούς τους τρεις μιλώ για τη σεξουαλικότητα που δεν είναι ξεκάθαρη. Για αυτή τη διάχυση που είναι εμφανής σήμερα. Η ζωή δεν είναι ένα πράγμα, είναι πολλά.

Πώς γράφει ο Γιώργος Συμπάρδης;

Γράφω συνήθως στο σπίτι. Από το πρωί μέχρι τις πρώτες απογευματινές ώρες. Κάθομαι και δουλεύω πολύ πάνω στη φράση, στον λόγο. Συνήθως είναι πολύ μικρή η καθημερινή παραγωγή μου, μια πρόταση ή διακόσιες λέξεις το πολύ ολοκληρωμένες. Αρκετοί συγγραφείς που ξέρω γράφουν ένα χέρι το βιβλίο και μετά γυρνούν από την αρχή και το ξαναδουλεύουν. Ο δικός μου τρόπος είναι διαφορετικός: γράφω εξονυχιστικά κομμάτι κομμάτι με απανωτές διορθώσεις και δεν ξαναγυρίζω πίσω. Επίσης ανθρώπους και χώρους δεν περιγράφω. Με απασχολεί το τι συμβαίνει κάθε στιγμή. Να καταγράψω τη δράση με όλη της τη λεπτομέρεια.

Γιώργος Συμπάρδης

Πλατεία Κλαυθμώνος

Εκδ. Μεταίχμιο, 2023,

σελ. 264,

Τιμή 15,50 ευρώ

- Post Down -

Comments are closed.