- Advertisement -

Εικόνες και στιγμές από μια ανατρεπτική Μπιενάλε

2

- Advertisement -

Τολμηρή, καθώς υπονομεύει το κατεστημένο και προκαλεί τους περισσότερους επισκέπτες της να βαδίσουν σε εδάφη ανοίκεια για τη δυτική τους ταυτότητα. Ερευνητική, καθώς ο ενορχηστρωτής της δεν σχεδίασε το οικοδόμημά του σε δύο χρόνια ως είθισται, αλλά βασίστηκε στα γερά θεμέλια της προσωπικής μακροχρόνιας δουλειάς του. Μοναδική, καθώς φιλοξενεί πρωτοφανή αριθμό άγνωστων και αδικαίωτων καλλιτεχνών κυρίως από τη Λατινική Αμερική, αλλά και μεγάλο ποσοστό εκλιπόντων, με τους καλλιτέχνες που γεννήθηκαν μετά το 1970 να αντιπροσωπεύουν μόνο το 20% των συμμετεχόντων.

Η 60ή Μπιενάλε της Βενετίας – η μεγαλύτερη παγκοσμίως γιορτή της τέχνης που άνοιξε τις πύλες της για το κοινό πριν από μία εβδομάδα – ταράζει τα νερά. Υπονομεύει τις καθιερωμένες αφηγήσεις. Δημιουργεί ένα συναρπαστικό εικαστικό σύμπαν. Βάζει σε πρώτο πλάνο και βραβεύει την queer τέχνη. Και δοκιμάζει να βγάλει από τα εσκαμμένα έναν θεσμό που στο παρελθόν έμοιαζε τελματωμένος στις δεσμεύσεις των ισχυρών της τέχνης, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν τη διοργάνωση ως ένα ακόμη επίπεδο της επενδυτικής στρατηγικής τους, υποστηρίζοντας καλλιτέχνες και τάσεις διαμορφώνοντας υπογείως τα επόμενα ρεκόρ της αγοράς. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στη Ρίβα, στην όχθη του Μεγάλου Καναλιού, φέτος ήταν αραγμένα λιγότερα από κάθε άλλη χρονιά υπερμεγέθη πολυτελή γιοτ.

Πίσω από όλο αυτό το αφήγημα που φέρει τον τίτλο «Ξένοι Παντού» βρίσκεται ο Αντριάνο Πεντρόζα, διευθυντής του Μουσείου Τέχνης του Σάο Πάουολο στη Βραζιλία και καλλιτεχνικός διευθυντής της φετινής Μπιενάλε. Είναι ο πρώτος λατινοαμερικανός επικεφαλής στην ιστορία του θεσμού και ο πρώτος που αυτοπροσδιορίζεται ως queer. Είναι εκείνος που επέλεξε τους καλλιτέχνες – πολλών εκ των οποίων τα έργα παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Μπιενάλε – της κεντρικής έκθεσης η οποία απλώνεται στο Αρσενάλε και στον κεντρικό χώρο (παλιό ιταλικό περίπτερο) των Κήπων.

ΣΤΟΥΣ ΚΗΠΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΣΕΝΑΛΕ. Αν η έκθεση αυτή – η οποία σημειωτέον είναι η μεγαλύτερη στην ιστορία του θεσμού με 331 καλλιτέχνες (το 2022 συμμετείχαν 213 και το 2019 83) – ήταν υφαντό, το στημόνι της θα ήταν το νήμα και το υφάδι της το χρώμα. Ακολουθώντας και τους περιορισμούς του χώρου στους Κήπους κυριαρχεί η ζωγραφική, με τα έργα αναρτημένα πολλές φορές με τρόπο που να θυμίζουν τους γεμάτους πίνακες τοίχους των παλιών μουσείων, χωρίς ωστόσο να ασφυκτιούν. Στο αχανές και ψηλοτάβανο Αρσανάλε κυριαρχούν οι μεγαλύτερες εγκαταστάσεις. Το γλυπτό του Γίνκα Σονιμπάρε στην είσοδο που κοιτάζει προς το εσωτερικό προϊδεάζει τον επισκέπτη να ακολουθήσει το βλέμμα του, αλλά μόνο όποιος βρεθεί στο εντυπωσιακό στηριγμένο από την οροφή «πλεκτό» της κολεκτίβας Μαορί γυναικών Ματάαχο (το οποίο απέσπασε και τον Χρυσό Λέοντα καλύτερου έργου της κεντρικής έκθεσης) θα αισθανθεί ότι αρχίζει σιγά-σιγά να εισχωρεί σε μια μήτρα όπου έχουν φωλιάσει άγνωστα αστέρια – φωτεινά ή λιγότερο φωτεινά, μικρά ή μεγαλύτερα – ενός αδιερεύνητου για τον δυτικό κόσμο εικαστικού σύμπαντος.

Εργα με πρώτη ύλη το ύφασμα – βαμμένο, σκισμένο, ζωγραφισμένο ή κεντημένο – πλειοψηφούν, επιβεβαιώνοντας πως η τάση που είχε αρχίσει να εμφανίζεται δειλά από το 2017 έχει πλέον γίνει κυρίαρχη και έχει εκτοπίσει το βίντεο, η παρουσία του οποίου έχει συρρικνωθεί αισθητά. Οι επαναλήψεις είναι αναπόφευκτες. Σε κάποια σημεία, ωστόσο, μαζί με τη δυναμική επιστροφή της ζωγραφικής επιτρέπουν στον επισκέπτη να «διαβάσει» ιστορίες ιθαγενών και γυναικών, πολέμου και επιβίωσης, αντίστασης και κοινωνικών αγώνων, αδικίας και αμφισβήτησης. Την «ανάγνωση» διευκολύνει σε ορισμένους ιστορικούς πυρήνες που δημιούργησε ο Πεντρόζα η τοποθέτηση των έργων σε γυάλινα καβαλέτα που στηρίζονται σε τσιμεντόλιθους δημιουργώντας έναν δημοκρατικό λαβύρινθο με όλα τα εκθέματα να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο.

Οι στάσεις που θα κάνει κάποιος εξαρτώνται από τα έργα που θα προσελκύσουν το βλέμμα του, καθώς οι γνωστές υπογραφές αποτελούν τη μειοψηφία, μεταξύ αυτών η αυτοπροσωπογραφία της Φρίντα Κάλο, στην πρώτη εμφάνιση της εμβληματικής ζωγράφου στην Μπιενάλε. Το σκεπτικό του Πεντρόζα, άλλωστε, είναι πως όσο ο κόσμος της τέχνης διευρύνεται γεωγραφικά, γίνεται και πιο ποικιλόμορφος και μαζί του διευρύνεται και η αντίληψη περί «καλής τέχνης», καθώς στην παρούσα συνθήκη δεν ισχύουν τα ως τώρα κριτήρια του δυτικού κόσμου.

ΚΟΜΒΙΚΟΣ Ο ΗΧΟΣ. Κι αν στην κεντρική έκθεση τον κύριο λόγο είχε το ύφασμα, η χειροτεχνία και η ζωγραφική (με περιορισμένη την παρουσία βίντεο και φωτογραφίας), στα εθνικά περίπτερα – φέτος ήταν 88 – έμοιαζε να υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής: ο ήχος. Ποτέ άλλοτε το ηχοτοπίο δεν είχε τόσο κομβικό ρόλο όσο φέτος. Και παρά το γεγονός ότι οι εθνικές συμμετοχές δεν είναι υποχρεωμένες να ακολουθήσουν το θέμα της κεντρικής έκθεσης, ο πόλεμος και η μετανάστευση, η αποικιοκρατία και οι ανοιχτές πληγές που έχει αφήσει, οι πολιτικές ισορροπίες και οι οικολογικές ανησυχίες ήταν από τα ζητήματα που απασχόλησαν τους καλλιτέχνες που εκπροσώπησαν τις χώρες τους.

Την ώρα που το περίπτερο του Ισραήλ παρέμενε κλειστό με απόφαση της καλλιτεχνικής ομάδας που θα συμμετείχε αιτούμενη την κατάπαυση του πυρός και φυλασσόμενο από ιταλούς στρατιώτες, η κεντρική πόρτα του γερμανικού περιπτέρου ήταν φραγμένη από έναν σωρό χώματος. Στο δε εσωτερικό του οι Γερμανοί εκθέτουν το διαστημικό γλυπτό τής με εβραϊκή καταγωγή Γιάελ Μπαρτάνα, ενώ στη διπλανή αίθουσα κυριαρχεί η οσμή της πίσσας. Και όσο ανεβαίνει κάποιος τη στενή φιδογυριστή σκάλα ανακαλύπτει ένα γεμάτο σκόνη εγκαταλελειμμένο διαμέρισμα για να συναντήσει στην κορυφή της τον γυμνό νεκρό ηλικιωμένο περφόρμερ σε μια συγκινητική ιστορία εμπνευσμένη από τον μετανάστη από την Κεντρική Ανατολία παππού του καλλιτέχνη Ερσάν Μόνταγκ, ο οποίος πέθανε ως αποτέλεσμα της εργασίας του σε εργοστάσιο αμιάντου.

ΤΟ ΣΟΥΞΕ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ. Ατελείωτες ουρές έξω από το περίπτερο της Αιγύπτου με το πρωτότυπο μιούζικαλ «Δράμα» που έστησε ο Γουάελ Σόκι να αποτελεί το απόλυτο hit της διοργάνωσης. Θέμα του η συντριβή της εθνικιστικής επανάστασης το 1882, η οποία κατέληξε στη βρετανική κατοχή μέχρι το 1956 δοσμένη με ευφάνταστο και χιουμοριστικό τρόπο. Ξεχωριστή και η συμμετοχή της Ιαπωνίας διά χειρός Γιούκο Μόρι: τοποθέτησε πάνω σε λουστραρισμένα τραπεζάκια σαπισμένα φρούτα τα οποία και συνέδεσε μέσω ηλεκτροδίων σε μεγάλα ηχεία ώστε να εκπέμπονται ήχοι που εξαρτώνται από την αλλαγή των επιπέδων υγρασίας κατά τη διαδικασία αποσύνθεσης, δημιουργώντας μια πρωτότυπη «χορωδία».

Αρωμα κακάο υποδεχόταν όσους περνούσαν το κατώφλι του ολλανδικού περιπτέρου καθώς με κακάο είναι καλυμμένα τα γλυπτά της κογκολέζικης κολεκτίβας «Καλλιτεχνικός Κύκλος Εργατών Φυτειών του Κονγκό» που παρουσιάζονται στην έκθεση σε συνεργασία με τον ολλανδό εικαστικό Ρένζο Μάρτενς. Μια συνεργασία που έχει την πρόθεση να «γιατρέψει» τις πληγές της αποικιοκρατίας, αλλά έχει και πρακτικό αποτέλεσμα καθώς η κολεκτίβα πωλώντας τα συγκεκριμένα και άλλα αντίστοιχα έργα συγκεντρώνει κεφάλαια για να αγοράσουν οι κάτοικοι του Κονγκό πίσω μέρος της γης όπου εργάστηκαν οι οικογένειές τους.

Μια τεράστια σκαλωσιά στον ένα χώρο με ένα πηγάδι που «χορεύει» και μια μίνιμαλ γλυπτική εγκατάσταση στον δεύτερο και πρωταγωνιστή τον ήχο είναι η πρόταση του Μάσιμο Μπαρτολίνι για την Ιταλία. Δυνατή ζωγραφική από την Αιθιοπία στην πρώτη της κάθοδο στην Μπιενάλε με τον Τεσφάγιε Ουρτζέσα. Ενα ποτιστικό μηχάνημα που «χορεύει» δεσπόζει στο ελληνικό περίπτερο στο συλλογικό έργο των Θανάση Δεληγιάννη, Γιάννη Μιχαλόπουλου, Ελιας Καλογιάννη, Γιώργου Κυβερνήτη, Κώστα Χαϊκάλη και Φώτη Σαγώνα (επιμέλεια Πάνος Γιαννικόπουλος) και περί τα 3.484 ονόματα του γενεαλογικού δέντρου του αυτόχθονα Αρτσι Μουρ γραμμένα από τον ίδιο με κιμωλία πάνω στους επενδεδυμένους με μαυροπίνακα τοίχους και την οροφή του αυστραλιανού περιπτέρου που κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα εθνικής συμμετοχής.

ΕΚΤΟΣ ΜΠΙΕΝΑΛΕ. Εκτός ορίων Μπιενάλε πολλές οι εκθέσεις που διεκδικούν την προσοχή των φιλοτέχνων με την πειραματική πρόταση του Πιερ Ουίγκ βασισμένη και στην Τεχνητή Νοημοσύνη να ξεχωρίζει στα Παλιά Τελωνεία. Από τις κορυφαίες στιγμές η εγκατάσταση του Ελβετο-Ισλανδoύ Κρίστοφ Μπούχελ όπου έχει γεμίσει ασφυκτικά το φιλανθρωπικό ενεχυροδανειστήριο από το 1834 έως το 1969, στο Κα Κόρνερ ντελά Ρετζίνα, με ό,τι μπορεί να βάλει ο ανθρώπινος νους: παλιά ρούχα, πέδιλα σκι, καταψύκτες, πόρτες από περιπολικά, ρουλέτες, καλλυντικά, τροκάνια, μια φωτογραφία του Γουόρχολ, έναν αυθεντικό πίνακα του Τιτσιάνο και δεκάδες παλιά λογιστικά βιβλία, μεταξύ πολλών ατάκτως ερριμμένων άλλων.

Στα άξια επίσκεψης οπωσδήποτε η αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής εγκατάσταση από χαρτόνι, ίνες φυτικής προέλευσης και ύφασμα της Γαλλίδας Εύας Ζοσπέν στο Παλάτσο Φορτούνι. Η μεταφορά του ατελιέ του Ουίλιαμ Κέντριτζ μαζί με τη νέα σειρά εννέα επεισοδίων που δημιούργησε την περίοδο του εγκλεισμού που κάνουν πρεμιέρα στη Βενετία παρουσιάζοντας τον τρόπο που δουλεύει σε ένα κτίριο μπροστά στο Μεγάλο Κανάλι. Το αποτύπωμα που άφησε η Ιταλία στο έργο του Βίλεμ Ντε Κούνινγκ και οι απαρχές της ενασχόλησής του με τη γλυπτική στην Ακαδημία. Ο ολοκαίνουργιος χώρος, το Παλάτσο Ντιέντο, με την ομαδική έκθεση «Ιανός» που φιλοξενεί στις τεράστιες και με υπέροχες τοιχογραφίες αίθουσές του έργα μεταξύ άλλων της Μαρίκο Μόρι και του Ουρς Φίσερ. Η εκπληκτική έκθεση φωτογραφίας του Αμερικανού Πίτερ Χούτζαρ με ορισμένα από τα πορτρέτα του της δεκαετίας του’ 70 μεταξύ των οποίων του Μπομπ Ουίλσον και της Σούζαν Σόνταγκ στην περιοχή του Καστέλο.

- Post Down -

Comments are closed.