- Advertisement -

Το διαβατήριο του Μπάιρον, «όπλο» για την επιστροφή των Γλυπτών

4

- Advertisement -

«Της έδωσα τον καιρό, την υγεία μου, την παρουσία μου και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισσότερο;», φέρεται να είναι τα τελευταία λόγια του λόρδου Βύρωνα για την Ελλάδα, λίγο πριν ξεψυχήσει στις 19 Απριλίου 1824 στο Μεσολόγγι.

Μήπως όμως μας κληροδότησε και κάτι απρόσμενο, που ενισχύει 200 χρόνια μετά τον θάνατό του τα επιχειρήματα για την επιστροφή και επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα; «Βεβαίως», είναι η απάντηση που δίνει χωρίς περιστροφές στα «ΝΕΑ» ο γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, καθηγητής Νίκος Σταμπολίδης. «Πρόκειται για το πρωτότυπο διαβατήριο του Βύρωνα. Ενα πραγματικό επίσημο σουλτανικό φιρμάνι που θα εκτίθεται από αύριο στο μουσείο και το οποίο προσφέρει μιαν ακόμα ευκαιρία να συζητήσουμε την κατάρριψη του επιχειρήματος της δήθεν ύπαρξης «φιρμανιού» του Ελγιν, το οποίο υποτίθεται ότι του επέτρεπε την αφαίρεση των γλυπτών του Παρθενώνα», συνεχίζει με αφορμή τον ξεχωριστό τρόπο που βρήκε ώστε το μουσείο να γιορτάσει το έτος Βύρωνα, όπως κηρύχθηκε το 2024 από το υπουργείο Πολιτισμού.

Η έκθεση

Αργά το απόγευμα της Τρίτης στο πρώτο σε προσέλευση κοινού μουσείο της χώρας έφτασαν τα δύο μοναδικά αντικείμενα που αποτελούν τον πυρήνα της περιοδικής, τετράμηνης διάρκειας, έκθεσης «Ο Παρθενώνας και ο Βύρωνας. Με αφορμή τα 200 χρόνια από τον θάνατο του Βύρωνα», η οποία θα ανοίξει για το κοινό την Παρασκευή: το αυθεντικό φιρμάνι – διαβατήριο του Βύρωνα, το οποίο ανήκει σε ιδιωτική συλλογή και η επιστημονική παρουσίαση του οποίου αναμένεται να γίνει τον Ιούλιο στο 48ο Διεθνές Συνέδριο για τον Βύρωνα στο Μεσολόγγι, και ο πίνακας «Η έξοδος του Μεσολογγίου» που φιλοτεχνήθηκε το 1827 από τον ζωγράφο Λουί Ζοσέφ Τουσέν Ροσινιόν, λίγα μόλις χρόνια μετά τον θάνατο του φιλέλληνα ποιητή, επίσης από την ίδια ιδιωτική συλλογή.

Χθες το πρωί ο χώρος στο ισόγειο του κτιρίου, μπροστά από τον έλεγχο των εισιτηρίων, όπου επιτρέπεται η ελεύθερη πρόσβαση για όλους τους επισκέπτες και πρόκειται να φιλοξενηθεί η επετειακή έκθεση – αφιέρωμα στον Βύρωνα, ήταν ένα μικρό εργοτάξιο, με τους υπεύθυνους του μουσείου να «ντύνουν» με πληροφορίες τους δύο πρωταγωνιστές, τοποθετημένους σε μπλε φόντο και κάτω από ειδικά προστατευτικά καλύμματα.

Πώς όμως το φιρμάνι – διαβατήριο του Βύρωνα, που χρονολογείται το 1810, ενισχύει την επιχειρηματολογία για τον επαναπατρισμό των παρθενώνιων γλυπτών που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο; Διά της συγκρίσεώς του με το λεγόμενο «φιρμάνι» που υποτίθεται ότι είχε αποσπάσει το 1801 από την Υψηλή Πύλη, δηλαδή από τον σουλτάνο Σελίμ Γ΄, ο Τόμας Μπρους, 7ος κόμης του Ελγιν.

Το φιρμάνι

To διαβατήριο του Βύρωνα φέρει το χαρακτηριστικό καλλιγραφικό έμβλημα – μονόγραμμα του σουλτάνου στην αρχή του, την τουρά. Ακολουθεί η διεύθυνση προς τους παραλήπτες με ευχές και ο χαιρετισμός προς τους αξιωματούχους και έπεται το περιεχόμενο για το οποίο συντάχθηκε το φιρμάνι με την επικύρωση της διαταγής, την ημερομηνία και τον τόπο όπου συντάχθηκε. Με άλλα λόγια, φέρει όλα τα χαρακτηριστικά ενός αυθεντικού φιρμανιού.

Αντιθέτως, το έγγραφο του Ελγιν του 1801 με το οποίο υποτίθεται ότι του δινόταν η άδεια για την απόσπαση και την απομάκρυνση από τον Παρθενώνα του γλυπτού διακόσμου του, διαπιστώνεται εύκολα ότι δεν ήταν επίσημο σουλτανικό έγγραφο – φιρμάνι, αφού δεν είχε ούτε την τουρά του σουλτάνου ούτε τη δομή και την εκφορά λόγου και γραφής του επίσημου σουλτανικού φιρμανιού.

«Επομένως, το «φιρμάνι» για τα Γλυπτά δεν είναι σουλτανικό επίσημο έγγραφο, αλλά ουσιαστικά μια επιστολή του αναπληρωτή βεζίρη, όπως αναγράφεται στην ιταλική μετάφρασή του. Εστω και αν δεχτούμε ότι υπήρξε αυτή η επιστολή και ότι η ιταλική της μετάφραση είναι πραγματική και αληθής, πώς δικαιολογείται η επιμονή των βρετανών κυβερνώντων και του Βρετανικού Μουσείου να συνεχίζουν να αρνούνται τόσο τον βανδαλισμό και την αρπαγή των αρχιτεκτονικών Γλυπτών, δηλαδή των μελών του σώματος του Παρθενώνα, όσο και την επιστροφή και επανένωσή τους στο Μουσείο Ακρόπολης;», είναι το ερώτημα που θέτει ο Νίκος Σταμπολίδης, μεταξύ αρκετών ακόμη αναλυτικών επιστημονικών παρατηρήσεων περί του εγγράφου που είχε στην κατοχή του ο Ελγιν, τις οποίες οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να μελετήσουν στην έκδοση που θα συνοδεύσει τη συγκεκριμένη παρουσίαση.

«Η επιστροφή και η επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα στο σώμα του ίδιου του μνημείου χρήζουν μιας γενναιόδωρης και ηθικής απόφασης του Βρετανικού Μουσείου και του βρετανικού κοινοβουλίου, μιας απόφασης που να συμφωνεί με την ηθική και τη σκέψη των 30 βουλευτών του 1816 που διαφώνησαν με την αγορά καθώς έβλεπαν ότι δεν ήταν ορθή για το συμφέρον και την εικόνα του βρετανικού κράτους και του Βρετανικού Μουσείου, χωρίς την ύπαρξη καθαρών τεκμηρίων και εγγράφων. Τους το οφείλουν οι σημερινοί συνάδελφοί τους», συνεχίζει ο γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης. Και καταλήγει: «Οσοι συνεχίζουν να υπερασπίζονται την αγορά του 1816 από τον Ελγιν, στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν την πράξη ως «κλεπταποδοχή, καλή τη πίστει». Και σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να νομιμοποιήσουν την παράνομη πράξη του λόρδου Ελγιν. Θεωρώ ότι ήρθε η ώρα για τους βρετανούς φίλους να λάβουν τη γενναία απόφαση απαλλαγής από το άχθος που, αφρόνως, για ίδιον όφελος συσσώρευσε ο Ελγιν τόσο στη Βρετανία και στο Βρετανικό Μουσείο, όσο, κυρίως, στον βρετανικό λαό».

- Post Down -

Comments are closed.