- Advertisement -

Στοχευμένες πολιτικές κοινωνικής προστασίας

3

- Advertisement -

Πριν από μερικές δεκαετίες το ποσοστό των κοινωνικών δαπανών (για συντάξεις, επιδόματα και υγεία) στο ΑΕΠ της χώρας μας ήταν σημαντικά χαμηλότερο από αυτό του μέσου όρου της ΕΕ. Σταδιακά και μέχρι τα χρόνια των μνημονίων, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε αλλά – όπως παρατηρούσαν τότε σε εκθέσεις τους διεθνείς οργανισμοί – χωρίς πάντα αυτή η αύξηση να συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή της φορολογίας, με αποτέλεσμα τη διόγκωση του δημόσιου χρέους.

Ομως, οι κύριες διαφορές μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ δεν καταγραφόταν στο ύψος, αλλά στη δομή των κοινωνικών δαπανών. Πρώτον, το ποσοστό των δαπανών που κατευθυνόταν σε συντάξεις στη χώρα μας ήταν σημαντικά υψηλότερο από αυτό των άλλων κρατών-μελών, ενώ το ποσοστό των δαπανών για την άσκηση κοινωνικής προστασίας (εκτός υγείας) ήταν σημαντικά χαμηλότερο, περιορίζοντας τους διαθέσιμους πόρους για την άσκηση άλλων κοινωνικών πολιτικών. Δεύτερον, σχεδόν όλα τα επιδόματα στη χώρα μας παρέχονταν χωρίς εισοδηματικά ή περιουσιακά κριτήρια (δεν ήταν «στοχευμένα»). Σαν αποτέλεσμα, η αναδιανεμητική τους επίδραση ήταν πολύ χαμηλότερη απ’ ό,τι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Στα χρόνια των μνημονίων, ενώ έγιναν σημαντικές περικοπές σε κοινωνικές δαπάνες, το ποσοστό τους στο ΑΕΠ αυξήθηκε λόγω ταχύτερης μείωσης του παρονομαστή. Ταυτόχρονα, το ποσοστό των συντάξεων στο σύνολο των κοινωνικών δαπανών αυξήθηκε ακόμα περισσότερο (ενδεχομένως και λόγω αυξημένου αριθμού συνταξιοδοτήσεων). Ομως, από την άλλη πλευρά, για πρώτη φορά εισήχθησαν νέα επιδόματα με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια (π.χ. Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, οικογενειακά επιδόματα, επίδομα στέγης, επίδομα θέρμανσης, κ.λπ.).

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το ποσοστό των κοινωνικών δαπανών στη χώρα μας είναι ελαφρά χαμηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (27% έναντι 30%). Εξαιρουμένων των δαπανών υγείας, η διαφορά είναι πολύ μικρότερη. Το ποσοστό των συντάξεων στο σύνολο των κοινωνικών δαπανών έχει μειωθεί, αλλά παραμένει σημαντικά υψηλότερο του κοινοτικού μέσου όρου (62% έναντι 46%) ενώ, παρά την αύξησή της, η συμμετοχή των δαπανών κοινωνικής προστασίας εκτός υγείας και συντάξεων στο σύνολο των κοινωνικών δαπανών υπολείπεται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ. Ομως, κυρίως λόγω της επέκτασης των στοχευμένων πολιτικών, σε σύγκριση με προηγούμενες δεκαετίες η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών εκτός υγείας και συντάξεων δαπανών στην καταπολέμηση της φτώχειας έχει βελτιωθεί παρότι παραμένει αρκετά χαμηλότερη του κοινοτικού μέσου όρου.

Πάντως, πρέπει να επισημανθεί ότι η εμπειρία άλλων χωρών δείχνει ότι οι στοχευμένες με βάση εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια πολιτικές πρέπει να συνοδεύονται από πολιτικές συμμετοχής στην αγορά εργασίας, γιατί διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος της «παγίδας φτώχειας». Δηλαδή φτωχά νοικοκυριά να προτιμούν να μη συμμετέχουν στην αγορά εργασίας λόγω κινδύνου απώλειας των επιδομάτων τους αν αυξηθεί το εισόδημά τους από απασχόληση. Ηδη, η διάσταση αυτής, της «απασχολησιμότητας» έχει ενσωματωθεί σε πολλές από τις στοχευμένες πολιτικές κοινωνικής προστασίας.

Ο Πάνος Τσακλόγλου είναι υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης

- Post Down -

Comments are closed.