- Advertisement -

Νύχτες στα μουσεία

Νύχτες στα μουσεία
5

- Advertisement -

Τις τελευταίες ημέρες, τα μουσεία «έπαιξαν» στις πρώτες γραμμές της ειδησεογραφίας αλλά για τους εντελώς λάθος λόγους. Ο ένας ήταν το φιλανθρωπικό δείπνο με τους 800 καλεσμένους στην αίθουσα του Βρετανικού Μουσείου όπου φιλοξενούνται τα Γλυπτά του Παρθενώνα, το οποίο προκάλεσε αντιδράσεις οργής και διαμαρτυρίας από επίσημους (ή, απλώς, διαδικτυακούς) φορείς στην Ελλάδα.

Ας προσπεράσουμε τις κραυγές (πολλές από τις οποίες νομίζω ότι οφείλονται σε ένα είδος επικοινωνιακού αυτοματισμού) και ας δούμε την ουσία. Πρώτα απ’ όλα να θυμηθούμε (ή να μάθουμε) ότι στο Βρετανικό Μουσείο ουδείς πληρώνει εισιτήριο. Η είσοδος και η περιήγηση είναι δωρεάν για όλους. Τα έσοδα προέρχονται από δωρεές και από εκδηλώσεις όπως το προαναφερθέν δείπνο. Επίσης, είναι δεδομένο ότι το Μουσείο ενδιαφέρεται για την καλή συντήρηση και προστασία των εκθεμάτων του, δηλαδή της περιουσίας του, φροντίζει να μην εκτίθενται σε οποιονδήποτε κίνδυνο και, σε ανάλογες περιπτώσεις, τα μέτρα ασφαλείας είναι πολύ αυστηρά (χωρίς βέβαια να αποκλείονται εντελώς τυχόν ατυχήματα). Κάπου εδώ όμως πρέπει να συμβιβαστούμε και με την πραγματικότητα.

Οσο τα Γλυπτά ανήκουν στο Βρετανικό Μουσείο, μόνο εκείνο μπορεί να αποφασίσει ποιος και πώς θα τα βλέπει, αν θα γίνονται δείπνα, επιδείξεις μόδας ή παραστάσεις στην αίθουσα όπου φιλοξενούνται. Οσο κι αν μας πονάει αυτό ή, έστω, μας δίνει ευκαιρία να υπενθυμίσουμε από ποιο μνημείο έχουν αποκολληθεί. Ας επικεντρωθούμε λοιπόν στην προσπάθεια για την επιστροφή τους. Η οποία, αν ποτέ γίνει, θα είναι το αποτέλεσμα μιας συμφωνίας, πολύ πιθανό, κάτω από το τραπέζι. Και δεν μπορώ να φανταστώ ελληνική κυβέρνηση που, ακόμη και αν έχει προσυμφωνήσει την επιστροφή, δεν θα την παρουσιάσει στο momentum που θα της εξασφαλίσει την καλύτερη δυνατή «εξαργύρωση». Δηλαδή προεκλογικά.

Ο άλλος λόγος που ασχοληθήκαμε με τα μουσεία ήταν η κινηματογραφική κλοπή από το Λούβρο βασιλικών κοσμημάτων ανυπολόγιστης αξίας – και δεν ζει και ο Ολιβερ Μπανκς να εμπνευστεί ένα καινούργιο μυθιστόρημα. Αν είχε συμβεί κάτι ανάλογο στην Ελλάδα, θα είχε πέσει η κυβέρνηση, αλλά η γαλλική από πού να πέσει, είναι ήδη στα πατώματα.

Με αφορμή αυτό, ωστόσο, θυμήθηκα ένα περιστατικό που αποδεικνύει την ευφυΐα της Ελένης Αρβελέρ. Η οποία, ανάμεσα στους πολλούς τίτλους της, έχει υπάρξει και πρόεδρος του Κέντρου Μπομπούρ στο Παρίσι, εκεί όπου φιλοξενείται και το Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Επί της προεδρίας της λοιπόν το Μπομπούρ επρόκειτο να στείλει πίνακες μεγάλης αξίας για κάποια έκθεση σε ασιατική χώρα. Υπήρχε όμως μια ανησυχία για την πιθανότητα αντικατάστασης των αυθεντικών έργων με αριστοτεχνικά αντίγραφα. Η Αρβελέρ είχε, τότε, μια φαεινή ιδέα. Ζήτησε να βγάλουν τους πίνακες από τις κορνίζες, ακούμπησε στο πίσω μέρος τα χέρια της ώστε να υπάρχουν τα δαχτυλικά της αποτυπώματα και μετά τους ξαναέβαλαν στις κορνίζες. Ετσι, στην επιστροφή τους, θα μπορούσαν να τσεκάρουν αν έχει γίνει παραχάραξη.

Και οι δύο

Οι δύο καλλιτέχνες που έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη κομματική στοχοποίηση ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Διονύσης Σαββόπουλος. Και οι δύο από το ίδιο κόμμα, το τότε κραταιό ΠΑΣΟΚ, που μεγάλο μέρος του έχει, εδώ και πολλά χρόνια, απορροφηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και τα λοιπά αποκόμματά του. Διότι και οι δύο πήγαν σθεναρά και σταθερά κόντρα στον λαϊκισμό. Και δεν μετατοπίστηκαν από αυτή τη θέση, παρά την άγρια επίθεση που δέχτηκαν.

Σαββόπουλος και Χατζιδάκις αρνήθηκαν να κολακεύσουν τις αυταπάτες του «κυρίαρχου λαού» γνωρίζοντας ότι, λόγω της εργαλειοποίησης (ένα από τα υπερόπλα του λαϊκισμού), από λαός γίνεται αγριεμένο πλήθος, χάνοντας έτσι και την κυριαρχία του. Και στα στερνά τους δεν έτρεξαν να μπουν κάτω από την προστατευτική ομπρέλα κανενός κόμματος.

- Post Down -

Comments are closed.