- Advertisement -

Μια νέα έκθεση στο Βερολίνο φωτίζει μια άγνωστη πτυχή της Ανατολικής Γερμανίας σύμφωνα με την οποία ακόμα και η διαβόητη μυστική υπηρεσία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, η Στάζι, υποστήριξε τη διάδοση των βιντεοπαιχνιδιών. Η κοινή έκθεση του Μουσείου των Συμμάχων και του Μουσείου Ηλεκτρονικών Παιχνιδιών με τίτλο «Coldwargames: It’s All a Game» παρουσιάζει σπάνια τεκμήρια του Ψυχρού Πολέμου από τις δύο πλευρές του Σιδηρού Παραπετάσματος. Μεταξύ αυτών, το μοναδικό arcade της ΛΔΓ, το Poly-Play, κατασκευασμένο σε μόλις 2.000 αντίτυπα, το οποίο αποτελούσε μια προσπάθεια του κράτους να προσφέρει ψυχαγωγία στους νέους, μέσω παιχνιδιών που αποτελούσαν αντίγραφα δυτικών τίτλων.
Το Poly-Play δεν θα είχε υπάρξει χωρίς τη βοήθεια της Στάζι. Ο κρατικός κατασκευαστής VEB Polytechnick, λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας, στράφηκε στην κρατική ασφάλεια για να εξασφαλίσει εξειδικευμένους προγραμματιστές. Ετσι το Poly-Play, αναφέρει ο «Guardian», ήταν για πολλούς Ανατολικογερμανούς η πρώτη επαφή με τους υπολογιστές, προσφέροντας νέο είδος διασκέδασης και πλατφόρμα εξοικείωσης με τη νέα τεχνολογία των υπολογιστών. Η ΛΔΓ, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, είχε ανακηρύξει την τεχνολογία ως οικονομική προτεραιότητα. Ωστόσο, λόγω των εμπορικών περιορισμών σε προϊόντα της Δύσης, η τεχνολογία έφτανε στη χώρα λαθραία με εξαρτήματα και κονσόλες ραμμένα σε καθίσματα αυτοκινήτων ή κρυμμένα σε κουτιά με σοκολατάκια να περνάνε τον διασυνοριακό έλεγχο. Εκείνο το διάστημα οι ενθουσιασμένοι με τους υπολογιστές νεολαίοι ίδρυσαν λέσχες πληροφορικής σε πανεπιστήμια και πολιτιστικά κέντρα, όπου έπαιζαν παιχνίδια μαθαίνοντας να προγραμματίζουν, συχνά σε παράνομα αποκτημένα Commodore 64.
Σε αυτόν τον νεανικό ενθουσιασμό το ανατολικογερμανικό κράτος είδε μια ευκαιρία, καθώς το ενδιαφέρον τους για τους υπολογιστές θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάπτυξη της εγχώριας παραγωγής μικροτσίπ. Ετσι, λέσχες όπως το «Σπίτι των Νέων Ταλέντων» στο Ανατολικό Βερολίνο απέκτησαν εξοπλισμό και πρόσβαση στην τεχνολογία. Στην Ανατολική Γερμανία, οι πολίτες βασίζονταν συχνά σε παράνομες αντιγραφές για να ξεπεράσουν περιορισμούς ή ελλείψεις. Μια προσέγγιση τύπου DIY (κάν’ το μόνος σου) στην πληροφορική ταίριαζε με την κρατική πολιτική της αυτάρκειας, όπου ενθαρρυνόταν οι πολίτες να πλέκουν, να κατασκευάζουν, να επισκευάζουν και να πειραματίζονται. Επίσημα περιοδικά όπως το FunkAmateur και το Jugend und Technik πρόβαλλαν τα παιχνίδια – τα οποία αποκαλούσαν «ηλεκτρονικά σπορ» – και δημοσίευαν κώδικες προγραμματισμού.
Παρακολούθηση
Ωστόσο, η υποστήριξη που έδινε το κράτος στους νέους – κάποιοι λάμβαναν ανταμοιβή με ταχεία εισαγωγή σε πολυτεχνεία – συνοδευόταν από παρακολούθησή τους. Οι δυνατότητές τους στους υπολογιστές αντιμετωπίζονταν με καχυποψία. Η έκθεση για τα «Παιχνίδια Ψυχρού Πολέμου» παρουσιάζει και μία αναφορά από τα αρχεία της Στάζι όπου καταγράφονται όλα τα παιχνίδια που κυκλοφορούσαν στο «Σπίτι των Νέων Ταλέντων». Δίπλα σε αποδεκτούς τίτλους όπως το «Superbowl» και το «Samantha Fox Strip Poker», τα παιχνίδια «Rambo» και «Stryker» ξεχώριζαν για τη δοξολογία της βίας.
Η Στάζι λάμβανε αναφορές για τα παιχνίδια που κυκλοφορούσαν, διαχωρίζοντας εκείνα που θεωρούνταν αποδεκτά από εκείνα που προωθούσαν τη βία ή τον αντικομμουνισμό. Καθώς οι κοινωνικές εντάσεις αυξάνονταν, το καθεστώς έγινε πιο καχύποπτο απέναντι στο περιεχόμενο των παιχνιδιών και στους κινδύνους από ιούς ή λογισμικό με αντισοσιαλιστικά μηνύματα. Αλλωστε σε γειτονικές χώρες, όπως η Τσεχοσλοβακία, περιθωριακοί δημιουργοί παιχνιδιών κυκλοφορούσαν παιχνίδια με πολιτικό περιεχόμενο, αποδεικνύοντας πως το gaming μπορούσε να γίνει εργαλείο έκφρασης – ή και αντίστασης.
Comments are closed.