- Advertisement -

Ομοιος ομοίω

5

- Advertisement -

Περίπτωση πρώτη: Τον Μάιο του 2017, ο Γκρεγκ Τζιανφόρτε, υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για την έδρα της Μοντάνα στο Κογκρέσο, επιτέθηκε σε έναν δημοσιογράφο της «Guardian», τον Μπεν Τζέικομπς, επειδή του έκανε μια δύσκολη ερώτηση σχετικά με την υγειονομική περίθαλψη. «Ο Τζιανφόρτε άρπαξε τον Τζέικομπς από τον λαιμό με τα δύο χέρια και τον έριξε με δύναμη στο έδαφος», έγραψε η δημοσιογράφος του Fox News, Αλίσια Ακούνα. «Για να είμαστε ξεκάθαροι», πρόσθεσε, «ουδέποτε κάποιος από όσους γίναμε μάρτυρες αυτής της επίθεσης είδε τον Τζέικομπς να επιδεικνύει οποιαδήποτε μορφή σωματικής επιθετικότητας προς τον Τζιανφόρτε». Παρ’ όλα αυτά, ο τελευταίος κέρδισε τις εκλογές. Αργότερα δήλωσε ένοχος για την επίθεση, και λίγες μόνο ημέρες πριν από την ορκωμοσία του, καταδικάστηκε σε 40 ώρες κοινωνικής εργασίας και σε 20 ώρες θεραπείας διαχείρισης θυμού.

«Οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει body slam είναι δικός μου άνθρωπος», διακήρυξε τον Οκτώβριο του 2018 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, που έχασε τις εκλογές του 2020 αλλά επανεξελέγη το 2024.

Περίπτωση δεύτερη: Τον Ιούλιο του 2016, τέσσερα χρόνια μετά την επιστροφή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην προεδρία, η νέα διοίκηση του ρωσικού πρακτορείου ειδήσεων RBC συναντήθηκε με το προσωπικό προκειμένου να θεσπίσει κανόνες για την αίθουσα σύνταξης. Οι νέοι επικεφαλής της κοινής συντακτικής ομάδας, Ιγκόρ Τροσνίκοφ και Ελιζαβέτα Γκολίκοβα, ενημέρωσαν τους δημοσιογράφους ότι πλέον υπήρχε μια «σταθερή διπλή γραμμή» που δεν μπορούσαν να ξεπεράσουν – αλλά δεν μπόρεσαν να εξηγήσουν πού ακριβώς βρισκόταν. Η φράση γρήγορα έγινε συνώνυμη με τα άγραφα όρια της ρωσικής δημοσιογραφίας. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, περίπου 20 δημοσιογράφοι του RBC παραιτήθηκαν και το πρακτορείο, άλλοτε γνωστό για τις υψηλού προφίλ έρευνές του σχετικά με τη διαφθορά, τέθηκε υπό αυστηρότερο έλεγχο.

***

Από τη Ρίγα της Λετονίας όπου εδρεύει λόγω αναγκαστικής εξορίας, ο ρωσόφωνος (και αγγλόφωνος) ειδησεογραφικός ιστότοπος Meduza προσκάλεσε τις προάλλες τους αναγνώστες του να κάνουν ένα τεστ. Παρέθεσε δέκα γεγονότα, και τους ζήτησε να πουν αν συνέβησαν στη Ρωσία ή τις ΗΠΑ. «Ο πρόεδρος αστειεύεται επιδοκιμαστικά για την επίθεση που δέχτηκε δημοσιογράφος»: στις ΗΠΑ, το 2018. «Η νέα διοίκηση ενός μέσου ενημέρωσης ενημερώνει τους δημοσιογράφους ότι υπάρχει μια “σταθερή διπλή γραμμή” που δεν μπορούν να ξεπεράσουν, αλλά αδυνατεί να εξηγήσει πού βρίσκεται»: στη Ρωσία, το 2016. «Ο ιδιοκτήτης ενός Μέσου ανακοινώνει στο προσωπικό ότι η ενότητα άρθρων γνώμης θα δημοσιεύει μόνο άρθρα που τηρούν αυστηρά ιδεολογικά όρια»: συνέβη στις ΗΠΑ, το έκανε ο ιδιοκτήτης της «Washington Post», ο Τζεφ Μπέζος, τον Φεβρουάριο του 2025, καλώντας τους αρθρογράφους να επικεντρωθούν αποκλειστικά στις «προσωπικές ελευθερίες και τις ελεύθερες αγορές». «Τηλεοπτικός σταθμός αποβάλλεται από τη δημοσιογραφική ομάδα που ακολουθεί τον πρόεδρο λόγω της κάλυψης διαδηλώσεων»: συνέβη στη Ρωσία, τον Μάιο του 2021, στο ανεξάρτητο τηλεοπτικό δίκτυο Dozhd, επειδή κάλυψε την επιστροφή του Αλεξέι Ναβάλνι στη Ρωσία και τις διαδηλώσεις που ακολούθησαν.

Είμαστε μόνο στα μισά. «Σκιτσογράφος αποχωρεί από μεγάλη εφημερίδα, αφού αυτή αρνήθηκε να δημοσιεύσει σκίτσο που σατίριζε ισχυρές προσωπικότητες επειδή υποκλίνονται στον πρόεδρο»: στις ΗΠΑ, αρχές Ιανουαρίου του 2025, για αυτόν τον λόγο παραιτήθηκε από την «Washington Post» η βραβευμένη με Πούλιτζερ, Αν Τέλνας. «Απαγορεύεται σε τηλεοπτικό παρουσιαστή να προσκαλεί στην εκπομπή του επικριτές της κυβέρνησης»: στη Ρωσία, τον Μάιο του 2015 ο παρουσιαστής του κρατικού Channel One, Βλαντίμιρ Πόζνερ, παραπονέθηκε για αυτό δημοσίως. «Κυβερνητική υπηρεσία εκδιώκει μεγάλα Μέσα από τους ειδικούς χώρους εργασίας τους και μεταφέρει εκεί φιλικά Μέσα»: συνέβη φυσικά στις ΗΠΑ, λίγες εβδομάδες μετά τη δεύτερη ορκωμοσία Τραμπ, το έκανε το Πεντάγωνο, κι υπήρξε και συνέχεια, μόλις πρόσφατα δεκάδες δημοσιογράφοι παρέδωσαν τα πάσα τους στο Πεντάγωνο αρνούμενοι να μεταδίδουν μόνο προεγκεκριμένες πληροφορίες. «Ειδησεογραφικό μέσο αποσύρει, λόγω πολιτικών πιέσεων, ρεπορτάζ που επικρίνει τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται την Covid-19 κυβερνήτης»: στη Ρωσία, το 2020, αναγκάστηκε να το κάνει η Novaya Gazeta, το ρεπορτάζ αφορούσε τον τσετσένο φίλο του Πούτιν, Ραμζάν Καντίροφ.

Λίγο ακόμα: «Ο πρόεδρος απειλεί να ανακαλέσει τις άδειες μετάδοσης των τηλεοπτικών σταθμών που μεταδίδουν αρνητικά ρεπορτάζ για τον ίδιο»: στις ΗΠΑ του Τραμπ, εν έτει 2025. «Ο ιδιοκτήτης μέσου ενημέρωσης απολύει τον αρχισυντάκτη επειδή δημοσίευσε φωτογραφία ενός εκλογικού ψηφοδελτίου στο οποίο είχε γραφτεί μια προσβλητική φράση για υποψήφιο»: συνέβη στη Ρωσία, το 2011, απολύθηκε ο αρχισυντάκτης του περιοδικού «Kommersant Vlast» και η φράση ήταν «Αντε γ*** Πούτιν».

Πολλές θεωρίες έχουν ήδη γραφτεί για τα πώς και τα γιατί ασκεί τόση γοητεία στον Ντόναλντ Τραμπ ο Βλαντίμιρ Πούτιν, αν είναι θέμα γονιδιακό ή επίκτητο – για να το πούμε απλά, αν τον κρατάει με κάτι ή είναι μια περίπτωση «όμοιος ομοίω αεί πελάζει». Οπως και να ‘χει, το πού οδηγεί ο Τραμπ τις ΗΠΑ είναι ξεκάθαρο. Κι αν ζούσαμε σε μια Ευρώπη τόσο ισχυρή και γεμάτη αυτοπεποίθηση που να μη φοβάται μιμητές και απομιμήσεις θα είχαμε ήδη πιάσει το ποπ-κορν, αλλά πού.

ΥΓ. Οχι, οι τελευταίες τραμπικές κορόνες κατά του Πούτιν δεν αλλάζουν ούτε γράμμα.

- Post Down -

Comments are closed.