- Advertisement -

Επιστροφή στον «ελληνικό μήνα» του 1975 στο Λονδίνο

Επιστροφή στον «ελληνικό μήνα» του 1975 στο Λονδίνο
4

- Advertisement -

Νοέμβριος 1975. Λονδίνο. Η ελληνική τέχνη διεκδικεί μέσα από δύο διαφορετικά πρόσωπά της την προσοχή του διεθνούς κοινού για έναν ολόκληρο μήνα. Δώδεκα καλλιτέχνες – οι Θεόφιλος, Φώτης Κόντογλου, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας και Γιάννης Τσαρούχης στην έκθεση «Τέσσερις ζωγράφοι της Ελλάδος του 20ού αιώνα» και οι Στήβεν Αντωνάκος, Βλάσης Κανιάρης, Χρύσα, Γιάννης Κουνέλλης, Παύλος, Λουκάς Σαμαράς, Τάκις και Κώστα Τσόκλης, στην «Οκτώ καλλιτέχνες, οκτώ αντιλήψεις, οκτώ Ελληνες» – μέσα από τα έργα τους επιχειρούν να σκιαγραφήσουν το εικαστικό προφίλ μιας χώρας που έχει μόλις απαλλαγεί από το καθεστώς των Συνταγματαρχών.

Ακριβώς 50 χρόνια μετά η ελληνική εικαστική παρουσία, που εντάχθηκε στον «Ελληνικό Μήνα στο Λονδίνο» (μια πρωτοβουλία του γραφείου Τύπου της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο, η οποία υποστηρίχθηκε από το National Trust for Greece με στόχο «την παρουσίαση, στο αγγλικό κοινό, μιας εικόνας του πολιτιστικού δυναμικού της Ελλάδας με παραδείγματα από διάφορες εκφάνσεις της πνευματικής και καλλιτεχνικής δραστηριότητας στη σύγχρονη Ελλάδα – κινηματογράφο, μουσική, βιβλίο, χορό και ποίηση), «επιστρέφει», αυτή τη φορά στην Αθήνα και στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Με έμφαση στην παρουσία των οκτώ ελλήνων δημιουργών της διασποράς, διηγείται την ιστορία της, φέρνει στο προσκήνιο τα ζητήματα που έθεσε και επιτρέπει να διερευνηθεί το αποτύπωμα που άφησε.

«Η έκθεση αυτή είχε εντελώς διαφορετική σημασία από αυτήν που θα μπορούσε να έχει σήμερα. Διοργανώθηκε ακριβώς μετά τη Μεταπολίτευση για να δημιουργήσει ένα καινούργιο παράδειγμα που θα διαμόρφωνε το μέλλον των εκθέσεων» λέει στα «ΝΕΑ» η επιμελήτρια της αρχειακής αυτής έκθεσης, ιστορικός τέχνης, Πολύνα Κοσμαδάκη. Και δίνει έμφαση στο επιμελητικό δίδυμο, Χρήστο Ιωακειμίδη και Νόρμαν Ρόζενταλ (επικεφαλής στο Ινστιτούτο Σύγχρονων Τεχνών όπου φιλοξενήθηκε η έκθεση), που δεν προσέγγισε τη διοργάνωση ως μια έκθεση ελλήνων καλλιτεχνών, αλλά ως μια παρουσίαση σημαντικών δημιουργών που είχαν ξεκάθαρο λόγο στο διεθνές στερέωμα.

Ο ρόλος του επιμελητή

Ποια στοιχεία την έκαναν λοιπόν να ξεχωρίσει τόσο ώστε να επιλεγεί η «αναβίωσή» της, μισόν αιώνα αργότερα; «Πρώτα από όλα ήταν μια ανεξάρτητη έκθεση, που δεν διοργανώθηκε από το ελληνικό κράτος, αν και είχε κρατική υποστήριξη. Δεν έγινε με το σκεπτικό ότι οι συγκεκριμένοι καλλιτέχνες εκπροσωπούν τη χώρα. Αντιθέτως, ήταν ίσως από τις πρώτες φορές που αναδείχθηκε ο ρόλος του επιμελητή ως ανεξάρτητου δημιουργού, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να επιλέγει και να εξηγεί γιατί επέλεξε συγκεκριμένους καλλιτέχνες. Το επιμελητικό δίδυμο θέλησε να δώσει ένα παράδειγμα που θα μπορούσε να ανανεώσει τα πράγματα και στο εσωτερικό της χώρας. Και ήταν σημαντικό διότι επανέφερε τη συζήτηση γύρω από κάποιους καλλιτέχνες και ένα είδος τέχνης, αλλά και επειδή εφάρμοσε πρωτοποριακές πρακτικές που επικρατούσαν στην Ευρώπη τότε, ανοίγοντας παράλληλα τη συζήτηση σε θεσμικό επίπεδο για το τι είναι έκθεση, για τα site-specific έργα που δημιουργήθηκαν για αυτήν, για τη σχέση καλλιτέχνη και επιμελητή και για τον ρόλο των θεσμών», εξηγεί η επιμελήτρια της έκθεσης.

Η επιλογή

Ολες αυτές οι «άγνωστες» για την ελληνική πραγματικότητα επιλογές δεν μπορούσαν να περάσουν αβρόχοις ποσί. Περισσότερα από 120 άρθρα στον Τύπο σχολίαζαν ποικιλοτρόπως την επιλογή των καλλιτεχνών, το γεγονός ότι δεν έζησαν υπό το καθεστώς των Συνταγματαρχών, το κατά πόσο εκπροσωπούν τη χώρα. «Πράγματι χύθηκε πολύ μελάνι για την έκθεση. Πυροδότησε έντονες συζητήσεις, έφτασε ακόμη και να συζητηθεί στη Βουλή. Κι αυτά τα δεδομένα είναι που με οδήγησαν να κάνω αυτή την έρευνα, καθώς δείχνουν υποδειγματικά πως μια έκθεση μπορεί να διαμορφώσει ένα πλαίσιο συζήτησης» προσθέτει η Πολύνα Κοσμαδάκη, που εντόπισε πλούσιο υλικό εποχής, όχι όμως και τα ίδια τα έργα που παρουσιάστηκαν στο Λονδίνο.

«Θα είχε νόημα αν μπορούσαμε να εντοπίσουμε όλα τα έργα της έκθεσης, αλλά δεν κατέστη δυνατό. Για τον λόγο αυτόν επιλέξαμε αντιπροσωπευτικά έργα των συγκεκριμένων καλλιτεχνών και της ίδιας περιόδου από τις συλλογές του ΕΜΣΤ και άλλες για να δώσουμε στον επισκέπτη την αίσθηση της έκθεσης στο Λονδίνο» καταλήγει η επιμελήτρια.

- Post Down -

Comments are closed.