- Advertisement -

Μοιάζει σαν να έχουν ειπωθεί τα πάντα για τον Διονύση Σαββόπουλο – ή «Νιόνιο», όπως πέρασε στο μεγάλο ακροατήριο με εκείνη την οικειότητα που παίρνουν τα υποκοριστικά όταν πρόκειται για μεγάλα μεγέθη (ο Μίκης και ο Μάνος ζουν στη συνείδηση ακόμη και των ανθρώπων που δεν τους είχαν γνωρίσει).
Ειπώθηκε ότι λειτούργησε σαν χρονογράφος διαφορετικών εποχών και σαν παλμογράφος των υπόγειων τάσεων με το ένστικτο ενός ανθρώπου που έζησε ανάμεσα στο πεζοδρόμιο και τους ποιητές. Ανάμεσα στις μπουάτ και τις μεγάλες συναυλίες.
Οτι κυνήγησε την ουτοπία της «άλλης» Αριστεράς, φτιαγμένης από το υλικό της διαρκούς ευαισθησίας και της αισθητικής που ισοδυναμεί με ηθική. Αλλά και ότι αμφισβήτησε την Αριστερά όταν η τελευταία έβγαλε τα μπλοκ επιταγών ενταγμένη στον εγωισμό του δημοκρατικού συρφετού.
Οτι πήρε θέση ως υπεύθυνος πολίτης, πιθανότατα εις βάρος της ανεξίθρησκης καλλιτεχνικής του φύσης. Τον είπαν σαμάνο χωρίς τη θέλησή του, τον διαφήμισαν – ή δυσφήμησαν – σαν ταξικό γκουρού χωρίς τη συνενοχή του. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έμεινε μόνος με λίγους φίλους απέναντι στην κερκίδα που βοούσε.
Οτι άντλησε από διαφορετικά αποθέματα της μουσικής παράδοσης και έδωσε το μεγαλύτερο μάθημα προς τους επιγόνους του, οι οποίοι λαχταρούσαν τη γλώσσα του τραγουδιού ελευθεριακή, εύπλαστη και ευρηματική – όχι άλλες «γλώσσες στραγγαλίστριες» και νάιλον ελαφρολαϊκά. Ο ίδιος ανακάλυπτε υλικά από τις κοίτες ενός τοπίου μυστικού, φωνές και ήχους με καταγωγή μεταφέροντάς τους σαν καλός αγωγός στον σύγχρονο ρυθμό. Και ροκ και ανατολίτης, και κανταδόρος και ρεμπέτης.
Οτι έδειξε μια εμμονική προτίμηση συμμετέχοντας στους πολέμους για το γλωσσικό προτάσσοντας το πολυτονικό, στα όρια εκείνου του παλιού ρεύματος της νεοορθοδοξίας. Ηταν πιθανότατα η άλλη όψη εκείνου που ο ίδιος όριζε ως εξής: «Να γίνουμε μοντέρνοι χωρίς να χάσουμε την ψυχή μας».
Οτι παρέλαβε το μάθημα του Τσιτσάνη, ο οποίος συνέθετε αρμονίες από την Ανατολή και τη Δύση, και του Χατζιδάκι που αντιστεκόταν στη χυδαιότητα και τον λαϊκισμό μέσα από το μουσικό ήθος. Και τα πήγε ένα βήμα παρακάτω, εκεί όπου η δική του γενιά (οι «δικές του γενιές», αν προτιμάτε) συναντούσε τις βασικές αρχές των προηγούμενων.
Ισχύουν όλα και μεταφέρουν μια αλήθεια. Εκτός από τον αόριστο.
Οι σταθμοί μιας ζωής
1944. Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 2 Δεκεμβρίου. Οι πρόγονοί του ήταν από την Κωνσταντινούπολη και τη Φιλιππούπολη. Την εποχή εκείνη θα απαθανατίσει στο αυτοβιογραφικό του κομμάτι, το οποίο περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «Ρεζέρβα» του 1979: «Δεκέμβρης του ’44/ με μια μοτοσικλέτα του ΕΛΑΣ/ η μάνα μου ετοιμόγεννη, γυρίζει ο θανατάς/ Να η μαμή, ανασηκώνει το μανίκι/ έτσι γεννήθηκα στη Σαλονίκη».
1963. Αποφασίζει να εγκαταλείψει τη Νομική Θεσσαλονίκης και να μετακομίσει στην Αθήνα για να ασχοληθεί με το τραγούδι. Ξεκινάει εμφανίσεις στην μπουάτ Στοά, όπου τον συστήνει ο Νίκος Μαμαγκάκης. Ο χώρος μετατρέπεται γρήγορα σε «άντρο των Λαμπράκηδων» και εμφανίζονται εκεί η Μαρία Φαραντούρη και ο Μάνος Λοΐζος.
1966. Κυκλοφορεί το «Φορτηγό» (Lyra), όπου περιέχονται τα εξής τραγούδια: Οι πλανόδιοι (α. Οι μάγοι, β. Η Ζωζώ, γ. Η μαϊμού, δ. Το μπουλούκι), Η Συννεφούλα, Το δέντρο, Βιετνάμ γιε-γιε, Ηλιε ήλιε αρχηγέ, Τα κορίτσια που πηγαίνουν δυο-δυο, Τα πουλιά της δυστυχίας, Μη μιλάς άλλο για αγάπη, Οι παλιοί μας φίλοι. Ο Δημήτρης Καράμπελας γράφει στη μελέτη του (αναθεωρημένη έκδοση από το Μεταίχμιο): «Η στιγμή της αυτοσυνειδησίας του ελληνικού τραγουδιού, η στιγμή που με βίαιη κίνηση ξεσκεπάζεται κι αποκαλύπτεται ποια καινούργια πραγματικότητα όφειλε να αποδεχθεί για να ζήσει».
Θα ακολουθήσουν οι δίσκοι: Το περιβόλι του τρελού (Lyra, 1969), Μπάλλος (Lyra, 1971), Το βρώμικο ψωμί (Lyra, 1972), Δέκα χρόνια κομμάτια (Lyra, 1975), Happy day (Lyra, 1976) – σάουντρακ για την ομώνυμη ταινία του Παντελή Βούλγαρη, Αχαρνής, ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια (Lyra, 1977), Η ρεζέρβα (Lyra, 1979), Τραπεζάκια έξω (Lyra, 1983), Ο κ. Σαββόπουλος ευχαριστεί τον κ. Χατζιδάκι και θα ‘ρθη οπωσδήποτε (Σείριος, 1988), Το κούρεμα (Polydor, 1989), Αναδρομή 63-89 (Polydor, 1990), Μη πετάξεις τίποτα (Polydor, 1994), Το ξενοδοχείο (Mercury, 1997), Ο χρονοποιός (Mercury, 1999), ΣΑΒΒΟΡΑΜΑ (Universal, 2001) – ζωντανή ηχογράφηση από το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Ο πυρήνας (με Λάντσια και Κιουρτσόγλου) (LYRA, 2007) – ζωντανή ηχογράφηση και μαγνητοσκόπηση στο Gazarte.
Ανάμεσα στις πολλές αναπάντεχες συμπράξεις του ξεχωρίζει και αυτή με τον Δημήτρη Γκόγκο ή Μπαγιαντέρα. Σε ένα δισκάκι 45 στροφών που κυκλοφόρησε από τη Lyra το 1975 μοιράζονται την ερμηνεία στον «Καθρέφτη», ένα χασαποσέρβικο του δεύτερου.
1967. Κατά τη διάρκεια της χούντας φυλακίστηκε δύο φορές για τις πολιτικές του πεποιθήσεις, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1967. Στις 28 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς αντρεύτηκε με την Ασπασία Αραπίδoυ (γνωστή με το χαϊδευτικό της Ασπα) και έχουν δύο γιους, τoν Κoρνήλιo (γενν. 1968) και τoν Ρωμανό (γενν. 1972), και δύο εγγονούς, τον Διονύση και τον Ανδρέα.
1976. Υστερα από παραγγελία του Θεάτρου Τέχνης ξεκίνησε να γράφει μουσική για τους «Αχαρνής» του Αριστοφάνη, μεταφράζοντας ο ίδιος ελεύθερα τα σημεία που θα μελοποιούσε. Διαφώνησαν όμως γύρω από τη μετάφραση-απόδοση και ο Σαββόπουλος παρουσίασε τη δική του παράσταση «Ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια» σε υπόγειο της Πλάκας. Μαζί του τραγουδούσαν οι Σάκης Μπουλάς, Νίκος Παπάζογλου, Μανώλης Ρασούλης, Μελίνα Τανάγρη, Νίκος Ζιώγαλας, Βαγγέλης Ξύδης, Κώστας Γεωργίου και Ηλίας Λιούγκος. Ο τελευταίος γνωρίζει στον Ρασούλη τον γείτονά του Νίκο Ξυδάκη.
1978. Τον Μάρτιο κυκλοφορεί «Η εκδίκηση της γυφτιάς», με τα τραγούδια του Νίκου Ξυδάκη και του Μανώλη Ρασούλη. Ο Σαββόπουλος είναι εκεί παραγωγός. Τον ίδιο ρόλο θα αναλάβει και στον πρώτο δίσκο του Βαγγέλη Γερμανού, τα «Μπαράκια».
1983. Στις 19 Σεπτεμβρίου βάφτισε το Ολυμπιακό Στάδιο σε συναυλιακό χώρο. Η συναυλία, την οποία παρακολούθησαν 80.000 θεατές, αποτελούσε την κορύφωση της περιοδείας «20 χρόνια δρόμος».
1986-1987. Προβάλλεται στην ΕΡΤ η εκπομπή «Ζήτω το ελληνικό τραγούδι» όπου ο Σαββόπουλος καταφέρνει μέσα σε λίγες τηλεοπτικές ώρες να συγκεντρώσει πολλά από τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού τραγουδιού (και όχι μόνο) σε μοναδικές συμπράξεις και απρόβλεπτες ζωντανές ηχογραφήσεις.
2017. Το Τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ τον ανακήρυξε επίτιμο διδάκτορά του στις 24 Νοεμβρίου. Ο Σαββόπουλος αφιέρωσε την ομιλία του στον ποιητή Νίκο Αλέξη Ασλάνογλου. «Χωρίς να το ξέρει, έγινε και αυτός δάσκαλός μου» ανέφερε. «Το τραγούδι δεν είναι κάτι διανοουμενίστικο, μολονότι χρειάζεται να βάζεις κι εκεί λίγο μυαλό κάπου κάπου. Μια φωνή έρχεται βαθιά από μέσα σου και σε κάνει να λαχταράς τη χαμένη ενότητα με τους άλλους» έλεγε επίσης. «Στο τραγούδι θέλουμε να τεντωθούμε μέχρι τον άλλον, να απλωθούμε, να ανοίξουμε, να γίνουμε ένα με όλα. Στα αληθινά τραγούδια, ο στίχος, η μελωδία, η φωνή και η μπάντα δεν είναι τέσσερα, είναι ένα. Ή μάλλον καταλήγουν να είναι ένα, διότι επάνω τους προβάλλεται η βαθύτερη εκείνη ενότητα, όπου όχι μόνο ο ήχος και η λέξη αλλά το σώμα και η ψυχή, η ζωή κι ο θάνατος, ο θεός κι ο άνθρωπος κι ο παρελθόν χρόνος κι ο χρόνος ο μελλοντικός είναι ένα. Στη γιορτή ενώνουμε τα χέρια μας σε κύκλο και γυρίζουμε εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν όλα: στο τραγούδι».
Comments are closed.