- Advertisement -

Οι περισσότεροι Βρετανοί δηλώνουν ότι θα υπερψηφίσουν το ελληνικό αίτημα εάν η κυβέρνησή τους διεξαγάγει δημοψήφισμα για το θέμα, θεωρούν ότι πρέπει να αλλάξει ο νόμος ώστε να επιτραπεί στους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου να αποφασίσουν για το μέλλον των αριστουργημάτων (σήμερα τους επιτρέπεται μόνο να τα δανείσουν) και διατρανώνουν ότι τα Γλυπτά αποτελούν κομμάτι της ελληνικής ταυτότητας και όχι της βρετανικής.
Η έρευνα διενεργήθηκε μεταξύ 28ης Αυγούστου και 1ης Σεπτεμβρίου από την εταιρεία δημοσκοπήσεων JL Partners, για λογαριασμό του οργανισμού Parthenon Project. Περίπου τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων (61%), στους οποίους επιδείχθηκαν φωτογραφίες των Γλυπτών στο Λονδίνο και στην Αθήνα, υποστηρίζουν την άνευ όρων επιστροφή τους στην Ελλάδα, έναντι 30% που επιθυμούν την παραμονή τους στο Βρετανικό Μουσείο (στην ίδια ερώτηση, προτού οι συμμετέχοντες δουν τις φωτογραφίες, τα ποσοστά ήταν 54% και 29%, αντίστοιχα). Στην τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας YouGov, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, το ποσοστό υπέρ της επιστροφής ανερχόταν στο 53%.
«Ναι» στην επανένωση των θησαυρών της κλασικής αρχαιότητας λέει το 62% των ψηφοφόρων του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος, το 51% όσων ψήφισαν Συντηρητικούς και το 56% των ψηφοφόρων του λαϊκιστικού Reform UK, αψηφώντας τον αρχηγό του κόμματος Νάιτζελ Φάρατζ ο οποίος έχει δηλώσει αντίθετος στον επαναπατρισμό. Αν γινόταν αύριο δημοψήφισμα, το 56% των Βρετανών θα ψήφιζε υπέρ της επιστροφής, ενώ μόλις το 22% θα επέλεγε την παραμονή τους στο Λονδίνο. Στην ερώτηση ποιος είναι ο καταλληλότερος χώρος έκθεσης, το 55% απάντησε το Μουσείο Ακρόπολης, έναντι 32% που προτιμά το Βρετανικό Μουσείο. Η συντριπτική πλειοψηφία (73%) των ερωτηθέντων θεωρεί, επίσης, ότι τα Γλυπτά αποτελούν κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού.
«Ιστορική αδικία»
Η έρευνα καταδεικνύει ότι οι βρετανοί πολίτες αναγνωρίζουν ότι η επανένωση των Γλυπτών θα συνιστούσε αποκατάσταση μιας «ιστορικής αδικίας»: το 68% εκτιμά ότι «είναι δίκαιο» να γίνει πράξη και το 72% δηλώνει ότι «δεν πρόκειται απλώς για μερικά αγάλματα, αλλά για την επανένωση ενός ενιαίου έργου τέχνης». Το 67% πιστεύει ότι η επιστροφή των έργων τέχνης θα αντανακλούσε τις βρετανικές αξίες και θα αναδείκνυε τον ρόλο της χώρας ως ηγέτιδας δύναμης στην πολιτιστική διπλωματία. Επιπροσθέτως, το 74% θεωρεί ότι ο επαναπατρισμός πρέπει να συμπέσει με το κλείσιμο της αίθουσας Ντουβίν, που τα στεγάζει στο Βρετανικό Μουσείο, στο πλαίσιο του προγράμματος ανακαίνισης του λονδρέζικου ιδρύματος που θα αρχίσει να υλοποιείται το 2026.
Το 66% υποστηρίζει την υλοποίηση μιας μακρόπνοης ελληνοβρετανικής πολιτιστικής συνεργασίας. «Το Parthenon Project έχει εξαρχής προτείνει μια μεγαλόπνοη, win-win λύση, στο πλαίσιο της οποίας όλα τα Γλυπτά θα γυρίσουν για πάντα στην Αθήνα, ενώ στο Βρετανικό Μουσείο θα εκτίθενται, προσωρινά, άλλα αρχαιοελληνικά τέχνεργα σε μια αίθουσα που θα μπορούσε να ονομαστεί Prince Philip ή King Charles Hellenic Gallery. Η συμφωνία θα εποπτεύεται από ένα ελληνοβρετανικό ίδρυμα που θα εξασφαλίζει χρηματοδότηση και θα εκπονεί εκπαιδευτικές δράσεις», δήλωσε στα «ΝΕΑ» ο ιδρυτής του οργανισμού Γιάννης Λέφας.
Στην ερώτηση ποιος πρέπει να αποφασίζει για την τύχη των αρχαιοτήτων, η δημοφιλέστερη απάντηση (42%) είναι μακράν «τα ίδια τα μουσεία και οι επίτροποί τους», άποψη που συνάδει με την πρόταση που έχουν καταθέσει κορυφαίοι παράγοντες του πολιτισμού στη Βρετανία, όπως ο διευθυντής του Μουσείου Βικτωρίας και Αλβέρτου Τρίστραμ Χαντ, ότι πρέπει να αλλάξει ο νόμος για τους επαναπατρισμούς.
Παραδειγματισμός
«Η υποστήριξη της επιστροφής των Γλυπτών δεν περιορίζεται σε ένα μόνο τμήμα της βρετανικής κοινωνίας: εκτείνεται σε όλες τις ηλικίες, τις γεωγραφικές περιοχές και τις κομματικές προτιμήσεις. Οι θεσμοί αυτής της χώρας θα πρέπει να παραδειγματιστούν από αυτή τη δημοσκόπηση και να κινηθούν με τη σαφήνεια και το ηθικό πνεύμα από τα οποία διακατέχεται ο βρετανικός λαός», τόνισε στα «ΝΕΑ» ο λόρδος Εντ Βέιζι, πρώην υφυπουργός Πολιτισμού της Βρετανίας και συμπρόεδρος του Parthenon Project.
«Η επιστροφή των Γλυπτών μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μια θετική, προοδευτική πολιτιστική συνεργασία μεταξύ Βρετανίας και Ελλάδας. Οι επίτροποι του Μουσείου έχουν την ευκαιρία να γράψουν Ιστορία, υιοθετώντας μια λύση win-win που θα αντανακλά τις απόψεις της πλειοψηφίας του βρετανικού λαού», σημείωσε η βαρόνη Θάνγκαμ Ντεμπονέρ, έτερη συμπρόεδρος του Parthenon Project και τέως σκιώδης υπουργός Πολιτισμού των Εργατικών.
Η JL Partners ιδρύθηκε από τον Τζέιμς Τζόνσον, ανώτερο σύμβουλο στρατηγικής της Ντάουνινγκ Στριτ επί πρωθυπουργίας Τερίζα Μέι. Το έργο της έχει επαινεθεί από τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος δήλωσε πρόσφατα ότι «είναι η εταιρεία που προέβλεψε σωστά το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, κάτι σχεδόν μοναδικό στον κόσμο».
Comments are closed.