Η Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει μια πολυεπίπεδη άμυνα, ένα ποικίλο οπλοστάσιο για να αντιμετωπίσει την απειλή των drones, δηλώνει στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο Τζέιμι Σι, πρώην αναπληρωτής βοηθός γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ για τις αναδυόμενες προκλήσεις ασφαλείας και ανώτερος συνεργάτης σήμερα στη δεξαμενή σκέψης Friends of Europe στις Βρυξέλλες. Ο βρετανός ειδικός τονίζει, πάντως, ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να εξαφανίσει ξαφνικά την απειλή των drones.
Συμμετείχατε στην κοινοβουλευτική συνέλευση του ΝΑΤΟ. Ποια ήταν τα κύρια ζητήματα που συζητήθηκαν;
Υπήρχαν τρία βασικά σημεία εστίασης. Πρώτον, περισσότερη υποστήριξη στην Ουκρανία για την παροχή των οπλικών συστημάτων που χρειάζεται, ιδιαίτερα περισσότερων χρημάτων για την πρωτοβουλία PURL υπό την ηγεσία του ΝΑΤΟ. Μέχρι τώρα η χρηματοδότηση στο πλαίσιο PURL φτάνει περίπου τα 2 δισ. ευρώ. Πρόκειται για καλή αρχή, αλλά ο Ζελένσκι ζητεί 1 δισ. κάθε μήνα επιπλέον χρηματοδότησης για να διασφαλιστεί ότι υπάρχει καλή προσφορά στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία. Απευθυνόμενος στη συνέλευση ο Ζελένσκι είπε ότι η Ουκρανία έχει έντονο ενδιαφέρον για τους αμερικανικούς πυραύλους Tomahawk, τους οποίους ο Τραμπ φαίνεται τώρα πρόθυμος να προμηθεύσει. Δεύτερο ζήτημα ήταν ο υβριδικός πόλεμος και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τι μπορεί να γίνει επειγόντως και γενικότερα τι περισσότερο μπορεί να κάνει η Ευρώπη για να γίνει πιο ανθεκτική, ιδίως στην ενίσχυση της συνοριακής άμυνας. Τρίτο ζήτημα ήταν οι αμυντικές δαπάνες. Υπάρχει η αίσθηση ότι αν πρόκειται να δαπανηθούν περισσότερα χρήματα για την άμυνα, πρέπει να δαπανηθούν με σύνεση. Οι παραγγελίες για νέο εξοπλισμό πρέπει να ξεκινήσουν τώρα με τα επιπλέον χρήματα, επειδή χρειάζονται πέντε έως δέκα χρόνια για να ωριμάσουν.
Πόσο δύσκολο είναι στην πραγματικότητα να δημιουργηθεί ένα «τείχος» από μη επανδρωμένα αεροσκάφη;
Το ΝΑΤΟ αναγνωρίζει ότι πρόκειται για μια πολύ περίπλοκη απειλή, επειδή τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη μπορούν να εκτοξευθούν έξω από την επικράτειά σας, αλλά και όπως έχουμε δει με αυτά τα περιστατικά στη Δανία, στη Γερμανία, στη Νορβηγία, μπορούν επίσης να εκτοξευθούν από τη θάλασσα ή μπορούν να εκτοξευθούν από το εσωτερικό μιας επικράτειας από ομάδες πληρεξουσίων ή εγκληματικές συμμορίες. Με ένα σύστημα κατά των drones στα σύνορα δεν αντιμετωπίζεται η εσωτερική απειλή, η οποία βρίσκεται περισσότερο στα χέρια της αστυνομίας ή των υπηρεσιών πληροφοριών. Η Γερμανία τροποποιεί τώρα τον νόμο περί αεροπορίας για να δώσει στην αστυνομία μεγαλύτερο εξοπλισμό και εξουσία να καταρρίπτει drones που αποτελούν απειλή. Επομένως, δεν είναι πάντα ο στρατός που αντιδρά πρώτος. Πρέπει επίσης να εξεταστεί η διασύνδεση αστυνομίας και στρατού. Επίσης, υπάρχουν σίγουρα φθηνότεροι τρόποι αντιμετώπισης των drones. Η Ουκρανία έχει δείξει τον δρόμο και έχει προσφερθεί να μοιραστεί μεγάλο μέρος της τεχνολογίας και της εμπειρίας της στα drones με τις χώρες του ΝΑΤΟ. Πολλές χώρες, όπως η Δανία ή η Ρουμανία, οι ΗΠΑ, έχουν ήδη συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με την Ουκρανία. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να εξαφανίσει ξαφνικά την απειλή των drones. Σίγουρα η ιδέα είναι να έχουμε μια πολυεπίπεδη άμυνα, που να μπορεί να λειτουργήσει ενάντια σε ένα πλήρες φάσμα απειλών. Η ΕΕ χρειάζεται ένα ποικίλο οπλοστάσιο διαφορετικών μέσων για να αντιμετωπίσει την απειλή αυτή.
Χρειαζόμαστε αλλαγή στους κανόνες εμπλοκής του ΝΑΤΟ για να αντιμετωπίσουμε τον υβριδικό πόλεμο από τη Ρωσία;
Οι κανόνες εμπλοκής είναι πάντα σαφείς όσον αφορούν την αυτοάμυνα. Το πρόβλημα με τα drones, όπως με τα αεροσκάφη, είναι ότι ενώ τα κράτη, το ΝΑΤΟ, έχουν ήδη την εξουσία να αντιμετωπίσουν εκείνα όπου υπάρχει σαφής επιθετική εχθρική πρόθεση, υπάρχουν και παραβιάσεις εναέριου χώρου που μπορεί να είναι αποτέλεσμα ατυχήματος και όχι σκόπιμης πρόκλησης. Το ΝΑΤΟ χρειάζεται κανόνες εμπλοκής δύο σταδίων. Το πρώτο στάδιο είναι καλύτερη παρακολούθηση, καλύτερες, ταχύτερες αντιδράσεις, ταχύτερη ανύψωση των αεροπλάνων, ώστε να συνοδεύσουν τα ρωσικά αεροσκάφη που παραβιάζουν τον εναέριο χώρο του ΝΑΤΟ στον διεθνή εναέριο χώρο. Η ενίσχυση της αντίληψης μιας κατάστασης με καλύτερους αισθητήρες και καλύτερα ραντάρ είναι μέρος αυτού. Αλλά όπου οι στρατιωτικοί διοικητές πιστεύουν ότι υπάρχει υψηλός κίνδυνος, τότε οι κανόνες εμπλοκής επιτρέπουν σε ακραίες περιπτώσεις την κατάρριψη, ειδικά εάν, για παράδειγμα, ρώσοι πιλότοι δεν ανταποκριθούν στις επικοινωνίες για να εγκαταλείψουν τον εναέριο χώρο του ΝΑΤΟ.
Η Ευρώπη αγοράζει πολλά οπλικά συστήματα από τις ΗΠΑ. Αλλά η Ευρώπη θέλει να παράγει περισσότερα στην Ευρώπη. Πώς μπορεί να επιτευχθεί ισορροπία;
Οι αμερικανικές αμυντικές εταιρείες μπορούν να προμηθεύουν πιο γρήγορα από τις ευρωπαϊκές επειδή είναι μεγαλύτερες, έχουν μεγαλύτερη τεχνολογική βάση. H ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία είναι μικρότερη και για να επιτευχθεί κλίμακα πρέπει να επενδύσει, να αγοράσει νέο εξοπλισμό, να προσλάβει εργαζομένους. Και όσον αφορά την Ουκρανία, πολλά χρήματα επενδύονται τώρα στην αγορά αμερικανικών όπλων από το ΝΑΤΟ τα οποία μεταφέρονται στην Ουκρανία. Η Ευρώπη προφανώς πρέπει να επιτύχει ταχύτερη παραγωγή και μεγαλύτερη αυτονομία στα οπλικά συστήματα. Είναι πάντα επικίνδυνο να εξαρτάται κανείς από έναν μοναδικό προμηθευτή, ακόμη και αν αυτός είναι οι ΗΠΑ. Η Ευρώπη πρέπει επίσης να χρησιμοποιήσει τις αμυντικές δαπάνες για να χτίσει τη βάση της αμυντικής τεχνολογίας της. Δεν χρειάζεται να επιλέξει το ένα ή το άλλο. Αν η Ευρώπη πρόκειται να δαπανήσει το 3,5% του ΑΕΠ της, πρόκειται για πολλά χρήματα. Θα υπάρχει χώρος για αγορές από τις ΗΠΑ, αλλά και για την ανάπτυξη περισσότερων ευρωπαϊκών συστημάτων. Η εξάρτηση από τις ΗΠΑ είναι περισσότερο στον τομέα της αεράμυνας. Η Ευρώπη κατασκευάζει τα δικά της πολεμικά πλοία, άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα. Μπορεί να υπάρχει ένα είδος καταμερισμού εργασίας, παρότι οι Γάλλοι και οι Βρετανοί προσπαθούν να κατασκευάσουν ένα ευρωπαϊκό μαχητικό αεροσκάφος έκτης γενιάς. Επίσης, χρειάζεται μια πιο διατλαντική αγορά άμυνας με λιγότερο προστατευτισμό. Θα υπάρχει έτσι μεγαλύτερη ευκαιρία για τους Αμερικανούς να επενδύσουν σε ευρωπαϊκές αμυντικές εταιρείες και περισσότερες ευκαιρίες για τους Ευρωπαίους να επενδύσουν σε αμερικανικές εταιρείες. Είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να ανοίξουν την αμυντική τους αγορά και να είναι λιγότερο προστατευτικοί, αν θέλουν στο μέλλον να πουλήσουν περισσότερα από τα συστήματά τους στην Ευρώπη και να αποτρέψουν τους Ευρωπαίους από το να το βλέπουν ως επιλογή για τον έναν ή τον άλλον. Η απάντηση βρίσκεται στην Ουάσιγκτον.