Ηταν αρκετές πέντε φράσεις του Κώστα Καραμανλή από το Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής για να προκληθούν συζητήσεις στο κυβερνητικό μέγαρο και ευρύτερα στο νεοδημοκρατικό παρασκήνιο, όπου ταράσσονται ξανά τα εσωκομματικά νερά. Τόσες χρειάστηκε ο πρώην πρωθυπουργός αφενός για να απευθύνει ηχηρή προειδοποίηση (τον κίνδυνο να υπάρξει «μείζων κρίση») και αφετέρου για να ασκήσει κριτική, σκληρή μεν, εντός ορίων όμως και μακριά από ευθείες επιθέσεις, σε ένα πεδίο το οποίο μετατρέπεται σε πολιτικό πρόβλημα για την κυβέρνηση: τη λειτουργία των θεσμών και του κράτους δικαίου, υπό τη βαριά σκιά διαφορετικής τάξεως υποθέσεων, όπως η τραγωδία των Τεμπών και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Η ομιλία του Μακεδόνα σε εκδήλωση της Παναθηναϊκής Οργάνωσης Γυναικών προς τιμήν της Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη δεν άφησε κανένα περιθώριο παρερμηνείας της απόστασης που παραμένει ακάλυπτη με τη σημερινή ηγεσία της ΝΔ, των παρατηρήσεων που εξακολουθεί να απευθύνει στο Μαξίμου και των διαφωνιών του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Καμία παρερμηνεία δεν χωρά ούτε ως προς την εγγύτητα (παρότι αυτή δεν σημαίνει ταύτιση) Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος ύστερα από την «προσωπική επιλογή» να μην παραστεί στη γαλάζια σύναξη της περασμένης εβδομάδας στη Ρηγίλλης (στο Ωδείο), όπου συνυπήρξαν τυπικά Καραμανλής και Μητσοτάκης, επέλεξε να βρεθεί στη χθεσινή εκδήλωση.
Επισημάνσεις προς το Μαξίμου
Όσο μιλούσε ο Καραμανλής τόσο πιο δυνατά ακούγονταν τα καμπανάκια του προς το Μαξίμου. Οι επισημάνσεις ήρθαν η μία μετά την άλλη: Πρώτον, «η πολιτική ομαλότητα, ιδιαίτερα η κοινοβουλευτική δημοκρατία, έχουν ως θεμελιώδες προαπαιτούμενο την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών, την εμπέδωση κράτους δικαίου, την ουσιαστική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης». Δεύτερον, όταν αυτά αμφισβητούνται από «ένα πολύ μεγάλο τμήμα της κοινωνίας και μάλιστα διαρκώς διευρυνόμενο (…) τότε έχουμε κρίση: κρίση απαξίωσης, κρίση απονομιμοποίησης, κρίση αμφισβήτησης και απόρριψης του θεσμικού πλαισίου και του πολιτικού συστήματος».
Τρίτον, τα φαινόμενα αυτά «είναι υπαρκτά, δεν απέχουν από την κρατούσα σήμερα κοινωνική αντίληψη». Τέταρτον, αν δεν υπάρξει αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών «οδεύουμε προς μείζονα θεσμική κρίση» και «αν υποτιμηθεί ή αγνοηθεί βαδίζουμε ολοταχώς σε πολιτική κρίση πρώτου μεγέθους». Και πέμπτον, τέτοιες κρίσεις, κατά τον Καραμανλή, «στην περίπτωση της Ελλάδας, λόγω πρωτίστως γεωπολιτικών συνθηκών, συμπίπτουν σχεδόν πάντοτε με εθνικές κρίσεις» – μια αναφορά που προδιαγράφεται ότι θα σηκώνει συζητήσεις στο επόμενο διάστημα.
Κάποιοι διέκριναν αιχμές του Μακεδόνα (και) προς την κυβερνητική πλευρά μέσα από τον διαχωρισμό που επέλεξε να κάνει σχετικά με το κίνητρο που ωθεί κάποιον στην πολιτική. Υπάρχουν εκείνοι που «τους σαγηνεύει η εξουσία», όπως είπε, υπάρχουν όσοι «θέλουν να προσφέρουν στον τόπο», τοποθετώντας την Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη στην κατηγορία των δημόσιων προσώπων που «διαψεύδουν τη διογκούμενη αντίληψη απαξίωσης των πολιτικών και αποκαθιστούν τη χαμένη λάμψη και το κύρος της πολιτικής».
Η ερμηνεία της κυβέρνησης
Παρότι τόσο οι καραμανλικές αναφορές σε «υπαρκτά φαινόμενα» κρίσης εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στο πολιτικό σύστημα όσο και η προειδοποίηση για κίνδυνο θεσμικής, πολιτικής και εθνικής κρίσης δεν ήταν τόσο διφορούμενες όσο ένας χρησμός, κυβερνητικά στελέχη επέλεξαν να τις ερμηνεύσουν αποκλειστικά σε σχέση με τη στάση της αντιπολίτευσης. Αμέσως μετά την εκδήλωση έλεγαν συγκεκριμένα ότι «καθιστούν τις επισημάνσεις του πρώην πρωθυπουργού παραπάνω από επίκαιρες» οι δηλώσεις περί μη εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη και οι επιθέσεις εναντίον της «από όλο και περισσότερα στελέχη της αντιπολίτευσης».
Κανένα σχόλιο δεν γινόταν σχετικά με την παρουσία Σαμαρά, ο οποίος μάλιστα μπήκε στην αίθουσα την ώρα της ομιλίας Καραμανλή και όχι από την έναρξη της εκδήλωσης. Αν και ο ίδιος έκανε προς τον Καραμανλή νόημα με τα χέρια του, σαν να δικαιολογούσε την καθυστέρησή του, υπήρξαν εκτιμήσεις ότι επρόκειτο για επιλογή με συμβολισμό. «Καλώς ήρθατε, κύριε πρόεδρε» είπε από μικροφώνου ο Καραμανλής στον Μεσσήνιο, ο οποίος κάθισε δίπλα στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη, ενώ η Αννα Ψαρούδα-Μπενάκη δεν κατέστη δυνατόν να παραστεί τελικά για λόγους υγείας.