Ενα βαρύ σύννεφο μουντζουρώνει την εικόνα εξωστρέφειας και εσωκομματικής νηνεμίας που προσπαθεί να παρουσιάζει το Μέγαρο Μαξίμου στοχεύοντας στη μέγιστη νεοδημοκρατική συσπείρωση. Μέσα από δύο συνάξεις, οι οποίες κινητοποίησαν κάθε «φυλή» της ΝΔ σε διάστημα μίας εβδομάδας, πρώτα στο Ωδείο Αθηνών, έπειτα στην Παλαιά Βουλή, επισφραγίστηκε με άβολο τρόπο για το Μαξίμου το «παρών» διαρκείας των δύο γαλάζιων πρώην πρωθυπουργών. Διότι επιβεβαιώθηκε αφενός ότι δεν ξανακολλάει το γυαλί Κυριάκου Μητσοτάκη – Κώστα Καραμανλή, αφετέρου ότι δεν γεφυρώνεται το χάσμα Μητσοτάκη – Αντώνη Σαμαρά. Στο εσωτερικό της ΝΔ εκτίμησαν επίσης ότι ελήφθη απόφαση από τον Μακεδόνα και τον Μεσσήνιο να επιστρέψουν σε νέο κύκλο κοινών εμφανίσεων με δημόσια αποτύπωση του θετικού κλίματος σε αντίστιξη με τη θερμοκρασία που μετριέται με παρόντα τον Μητσοτάκη.
Δεδομένη είναι εξάλλου όχι η συνολική ταύτιση, αλλά πάντως η συναντίληψη των πρώην για σειρά θεμάτων – ιδίως στα εθνικά. Μπορεί ο Μητσοτάκης να επιχείρησε χθες από τη Βουλή να αναδείξει την αντίθεση ενεργητικής πολιτικής – διπλωματίας της αδράνειας, να καρφώσει εκ νέου όσους «δηλώνουν ετοιμοπόλεμοι από την ασφάλεια του καναπέ τους», ωστόσο στη συγκεκριμένη ατζέντα εξακολουθούν να υπάρχουν εκ τω έσω παρατηρήσεις. Κι αν ο Καραμανλής επέλεξε στην προχθεσινή ομιλία του να αφήσει στην άκρη τις διαφωνίες τους για την εξωτερική πολιτική, αξιοποίησε την ευκαιρία να ανοίξει άλλο πεδίο προειδοποιήσεων – εκείνο της διαφάνειας και του κράτους δικαίου που πονάει το Μαξίμου. Μακριά από προσωπικές επιθέσεις, ο Καραμανλής έδειξε αποφασισμένος να συνεχίσει σε τροχιά άσκησης κριτικής, που παρέπεμπε εμφανώς και σε κυβερνητικούς χειρισμούς, όσο κι αν από την κυβέρνηση είδαν αναφορές που απευθύνονταν στην αντιπολίτευση.
Καραμανλικές βολές
Μόνο που οι καραμανλικές βολές ήταν σαφείς για «υπαρκτά φαινόμενα» σήμερα (και) στην Ελλάδα, όπως ήταν και η επιλογή φορτισμένων λέξεων ώστε να προειδοποιήσει για μείζονα κρίση «απονομιμοποίησης και απόρριψης του θεσμικού πλαισίου και του πολιτικού συστήματος» από την αμφισβήτηση των θεσμών. Από την κυβέρνηση δεν θέλησαν να βάλουν απέναντι τον Καραμανλή, σπεύδοντας ωστόσο σε μια αλλαγή από τη συνήθη στάση του μη σχολιασμού. Υπήρξε απόπειρά της να μαζέψει τις πολλαπλές ερμηνείες που θα μπορούσαν να δοθούν, δίνοντας επί της ουσίας εγκαίρως και μια κεντρική γραμμή: ότι ο Καραμανλής κάνει «επίκαιρες» επισημάνσεις και άρα ότι οι ίδιοι προβληματισμοί απασχολούν και το Μαξίμου, με τις όποιες ευθύνες να αποδίδονται σε ακρότητες της αντιπολίτευσης – ούτε για αυτήν υπήρξαν πάντως ονομαστικές αναφορές από τον Καραμανλή.
Προσπάθεια αποσύνδεσης
Ενδεικτικό το χθεσινό «ναι, πολύ σωστά τα επεσήμανε και, ναι, πρέπει να μην εφησυχάσουμε δευτερόλεπτο» του Παύλου Μαρινάκη (Real FM), αφότου παρέπεμψε στα χρόνια ΣΥΡΙΖΑ με τα «παρα-υπουργεία Δικαιοσύνης» και σε κόμματα και αρχηγούς που τα τελευταία χρόνια «αμφισβήτησαν ευθέως τη Δικαιοσύνη». Κατά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, «είμαστε οι τελευταίοι που θα πούμε ότι είμαστε αλάνθαστοι», αλλά «η αντικειμενική αποτύπωση της κατάστασης για το κράτος δικαίου και την ελευθερία του Τύπου, όπως προκύπτει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δείχνει (…) ότι η Ελλάδα έχει κάνει άλματα» – μια προσπάθεια αποσύνδεσης των αναφορών Καραμανλή από την κυβέρνηση. Στην ίδια γραμμή συμφωνίας με τα λεγόμενα του Καραμανλή, ο Αδωνις Γεωργιάδης σχολίασε (ΑNT1) ότι «αν όλη μέρα βγαίνουμε στα κανάλια και λέμε “δεν εμπιστεύομαι τη Δικαιοσύνη”, έχει δίκιο ότι προκαλεί κρίση στους θεσμούς, που μπορεί να οδηγήσει σε μείζονα πολιτική κρίση». Ταυτόχρονα ο Δημήτρης Καλογερόπουλος επανέλαβε μια θέση που εξακολουθεί να εκφράζει στελέχη στην Κοινοβουλευτική Ομάδα ως προς τον Καραμανλή και τον Σαμαρά και τις τοποθετήσεις: δεν θα ήθελε, όπως είπε (Παραπολιτικά 90,1), «ποτέ να είναι κανείς διαγραμμένος γιατί είναι ένα κομμάτι από εμάς, άρα εδώ μπορεί να έχουν γίνει και λάθη».