Λύθηκε ο γρίφος του Βερμέερ και του «Κοριτσιού»

Ποια ήταν η ταυτότητα του «Κοριτσιού με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι»; Και ποια ήταν η λύση στο αίνιγμα που συνοδεύει τον δημιουργό του, τον Γιοχάνες Βερμέερ; Τις απαντήσεις υποστηρίζει πως ανακάλυψε ο βρετανός ιστορικός και κριτικός τέχνης Αντριου Γκράχαμ Ντίξον στο βιβλίο του «Βερμέερ: Μια ζωή απολεσθείσα» (Vermeer: Α Life Lost and Found, εκδ. Random House) που θα κυκλοφορήσει στις 23 Οκτωβρίου.

Είναι αναμφίβολα ένας από τους πιο δημοφιλής ζωγράφους στην παγκόσμια Ιστορία της Τέχνης και τα εισιτήρια για τις εκθέσεις έργων του ανά τον κόσμο εξαφανίζονται μέσα σε λίγες ημέρες. Για όσους ασχολούνται, ωστόσο, σε βάθος με την τέχνη είναι η «Η Σφίγγα του Ντελφτ», προσωνύμιο που του είχε αποδοθεί από τον γάλλο κριτικό τέχνης, Θεοφίλ Θορέ, που επανέφερε το έργο του στην επικαιρότητα στα μέσα του 19ου αιώνα, καθώς είχε βυθιστεί στη λήθη για σχεδόν δύο αιώνες.

Μετά από δέκα χρόνια ερευνών στα αρχεία της γενέτειράς του, του Ντελφτ, καθώς και του κοντινού Ρότερνταμ, ωστόσο, ο Αντριου Γκράχαμ Ντίξον κατάφερε να κάνει την ανατροπή και να σκιαγραφήσει το πορτρέτο του σπουδαίου ολλανδού ζωγράφου του 17ου αι. Και να αποκαλύψει ότι ο Βερμέερ ζωγράφιζε για έναν και μοναδικό πελάτη. Οτι το σύνολο του έργου του δεν ήταν παρά ένας ενιαίος κύκλος αγιογραφιών ζωγραφισμένος για μια αυτοσχέδια εκκλησία ενός απαγορευμένου θρησκευτικού κινήματος στο οποίο ανήκε. Και ότι το «Κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» δεν ήταν παρά η 12χρονη κόρη του ζεύγους των χορηγών του, Μαγδαληνή.

«Τίποτε από όλα αυτά δεν ήταν γνωστό, ούτε καν υπήρχαν υποψίες, αν και πάντα υπήρχαν ενδείξεις στα ιστορικά αρχεία ότι υπήρχε κάτι ασυνήθιστο στην περίπτωση του Βερμέερ» γράφει στους βρετανικούς «Times» ο Αντριου Γκράχαμ Ντίξον.

Υπήρξε μοναδικός με πολλούς τρόπους. Και ο πρώτος είναι ότι εργάστηκε αποκλειστικά για το ζεύγος Πίτερ Κλάεζ φαν Ράιφεν και Μαρίας ντε Κνάι και για έναν και μόνο χώρο, το σπίτι τους, που ονομαζόταν «Χρυσός Αετός». Είναι κάτι που δεν έκανε κανένας άλλος μεγάλος καλλιτέχνης και το οποίο εξηγεί, μεταξύ άλλων, γιατί ο Βερμέερ δεν έγινε ποτέ διάσημος όσο ζούσε και ξεχάστηκε γρήγορα μετά τον θάνατό του.

Το κλειδί για να λυθεί ο γρίφος Βερμέερ αποδείχθηκε ο εντοπισμός της τοποθεσίας του «Χρυσού Αετού», η οποία ήταν άγνωστη έως τα τέλη της περασμένης χρονιάς, οπότε και εντοπίστηκε στα αρχεία του Ντελφτ. Βρισκόταν στο Παλαιό Κανάλι, στην καρδιά της παλιάς πόλης. Σήμερα λειτουργεί ως φοιτητική στέγη – και ακριβώς πίσω του διατηρείται η κρυφή εκκλησία ενός κάποτε απαγορευμένου θρησκευτικού κινήματος, που σχηματίστηκε ως αντίδραση στους Ολλανδούς Καλβινιστές οι πιστοί του οποίου αυτοαποκαλούνταν Remonstrants.

Η σύγκριση του χώρου, όπως είναι σήμερα, με τα ιστορικά δεδομένα δείχνει καθαρά ότι ο Βερμέερ απεικόνισε και τα δύο κτίρια σε έναν από τους πιο αγαπημένους του πίνακες, γνωστό ως «Ο Μικρός Δρόμος», που εκτίθεται στο Ραϊκσμιουζίουμ.

Η γειτνίαση του σπιτιού με την κρυφή εκκλησία δεν ήταν σύμπτωση, καθώς το ζεύγος είχε πολύ στενή σχέση με το απαγορευμένο θρησκευτικό κίνημα και τον ακόμη πιο ριζοσπαστικό κλάδο του, τους Collegiants. Ερευνα για το οικογενειακό υπόβαθρο του Βερμέερ δείχνει ότι γεννήθηκε και μεγάλωσε και ο ίδιος στο ίδιο θρησκευτικό πλαίσιο.

Η Μαρία, και όχι ο Πίτερ, υπήρξε ο κύριος χορηγός του Βερμέερ, η οποία παρήγγειλε και κατείχε το μεγαλύτερο μέρος των έργων του. «Η υπόθεση που επικρατούσε μέχρι τώρα για το έργο του Βερμέερ, ότι τα έργα του παράγονταν για την ελεύθερη αγορά, δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Κάθε έναν από τους πίνακές του τον εμπνεύστηκε από τα θρησκευτικά πιστεύω του» επισημαίνει ο ερευνητής.

«Πολλά από όσα έως τώρα φαίνονταν αινιγματικά σχετικά με το έργο του – η σοβαρότητα της ατμόσφαιρας, η στοχαστική ακινησία, η εστίαση σχεδόν αποκλειστικά στον γυναικείο κόσμο – αποκτούν λογική όταν καταλάβουμε ότι όλα δημιουργήθηκαν για μια ομάδα ιδεαλιστριών γυναικών που συνέρχονταν εβδομαδιαίως στους χώρους όπου κάποτε ήταν αναρτημένα τα έργα» σημειώνεται.

Η μικρή Μαγδαληνή

Το «Κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» θεωρείται πιθανότατα προσωπογραφία της κόρης του ζεύγους, της δωδεκάχρονης Μαγδαληνής φαν Ράιφεν. Η ενδυμασία της παραπέμπει σε βιβλική μορφή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, στη συνονόματή της Μαρία Μαγδαληνή. Και εικάζεται ότι ο πίνακας δημιουργήθηκε με αφορμή μια τελετή μετάβασης, ενδεχομένως τη βάπτισή της. Η χαρακτηριστική έκφρασή της, τέλος, εκτιμάται ότι αποτυπώνει τη στιγμή κατά την οποία η Μαγδαληνή αντικρίζει τον Χριστό.

Πολλά από τα έργα του προορίζονταν να τοποθετηθούν σε ζεύγη – κάτι που μέχρι τώρα είχε περάσει απαρατήρητο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «Γαλατού» και η «Γυναίκα που κρατά ζυγαριά» που οι σύγχρονοι μελετητές προσεγγίζουν ως ξεχωριστά έργα, ενώ ήταν δημιουργημένα, κατά τη νέα έρευνα πάντα, ως ζεύγος. Ζωγραφισμένα στην ίδια κλίμακα, καθένα δείχνει μια γυναίκα φωτισμένη από ένα πανομοιότυπα προσανατολισμένο παράθυρο και με ένα καρφί τοποθετημένο στο ίδιο σημείο του τοίχου. «Απεικονίζουν τις δύο όψεις της καλύτερης μορφής μιας γυναίκας που ανήκει στο κίνημα: η πρώτη κρίνει τη δική της συμπεριφορά, ζυγίζοντας τις πράξεις της απέναντι στη συνείδησή της. Η δεύτερη ετοιμάζει γάλα και ψωμί που διανεμόταν στους φτωχούς, οι οποίοι συχνά δεν μπορούσαν να μασήσουν στερή τροφή λόγω φθαρμένων δοντιών. Το καρφί στον τοίχο υπενθυμίζει τη Σταύρωση του Χριστού» καταλήγει ο συγγραφέας.