Ληστεία στο Λούβρο: Η μάχη με τον χρόνο και τα κενά ασφαλείας

Μάχη με τον χρόνο δίνουν οι αστυνομικές Αρχές στη Γαλλία για να εντοπίσουν τα οκτώ βαρύτιμα και μεγάλης ιστορικής αξίας κοσμήματα που εκλάπησαν χθες το πρωί από το Μουσείο του Λούβρου και τους τέσσερις δράστες που προέβησαν στην εντυπωσιακά τολμηρή ληστεία, ενώ το μουσείο βρισκόταν εν λειτουργία.

Κρίσιμο θεωρείται το πρώτο 48ωρο μετά την κλοπή για την τύχη των κοσμημάτων, αν και σύμφωνα με μια δεύτερη άποψη οι Αρχές έχουν περιθώριο έως και μία εβδομάδα για να αποτρέψουν την εξαφάνιση των οκτώ κοσμημάτων που συνδέονται με σημαίνοντα πρόσωπα της γαλλικής Ιστορίας κατά τον 19ο αι.

Το ενδεχόμενο να πρόκειται για κατά παραγγελία ληστεία φαίνεται να έχει υψηλές πιθανότητες, όχι όμως με τους καθιερωμένους όρους που διέπονται από μια δόση ρομαντισμού: εκείνη του παθιασμένου συλλέκτη που θέλει να αποκτήσει προς δική του και μόνον τέρψη έναν θησαυρό και η κατάκτησή του να του έχει γίνει εμμονή.

Στην περίπτωση που, όμως, δεν ισχύει το συγκεκριμένο σενάριο ο παραγγελιοδότης πιθανόν να ενδιαφέρεται για την αξία των πρώτων υλών – του χρυσού και των πολύτιμων λίθων. Βρισκόμαστε δηλαδή ενώπιον μιας κλοπής εμπορευμάτων και όχι έργων τέχνης.

Αν η εκδοχή αυτή αποτέλεσε το κίνητρο της ληστείας, τότε είναι πολύ πιθανό τα κοσμήματα να εξαφανιστούν διά παντός. Οι δράστες θα λιώσουν τον χρυσό, θα κόψουν τους μεγάλους πολύτιμους λίθους σε μικρότερα κομμάτια, ώστε να μην μπορεί να ταυτοποιηθεί η προέλευσή τους, και θα τα ρίξουν στην αγορά. Η διαδικασία εκτιμάται ότι είναι πολύ πιθανό να πραγματοποιηθεί εκτός Ευρώπης.

Δύο συμπεράσματα

Οι ψύχραιμες κινήσεις των ληστών που απέπνεαν σιγουριά και επαγγελματισμό οδηγούν σε δύο συμπεράσματα. Πρώτον, ότι για να χτυπήσουν μια τόσο μεγάλη λεία και να προβούν σε ένα τόσο παράτολμο εγχείρημα θα πρέπει να είχαν εξασφαλίσει τον αγοραστή των κλοπιμαίων ή να έδρασαν κατά παραγγελία. Δεύτερον, εφόσον είναι τόσο έμπειροι, γνωρίζουν πως το να έχουν στην κατοχή τους έναν τέτοιας αξίας θησαυρό και με το σύνολο των Αρχών να τους καταζητεί, όσο πιο γρήγορα τον ξεφορτωθούν – δηλαδή αποδομήσουν τα κοσμήματα και τα καταστήσουν μη αναγνωρίσιμα – τόσο πιο ασφαλείς θα είναι. Με δεδομένο δε ότι στις ανθρώπινες αλυσίδες υπάρχει τις περισσότερες φορές ένας αδύναμος κρίκος που μπορεί να τους προδώσει, η ταχύτητα με την οποία θα απαλλαγούν από τα κλοπιμαία αποτελεί μείζονος σημασίας παράγοντα για την επιτυχία της αποστολής τους. Σε καμία περίπτωση, βεβαίως, δεν μπορεί να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο να έχουν προνοήσει για ένα ασφαλές σημείο απόκρυψής τους, έως ότου περάσει η ένταση των πρώτων ημερών, οπότε εν συνεχεία με ηρεμία προχωρήσουν στη διάλυσή και πώληση των λίθων των κοσμημάτων.

Μια τέτοια διαδικασία απαιτεί γνώσεις για να μην προκληθούν καταστροφές και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί το ποσό που θα κερδίσουν από την πώληση των επιμέρους τμημάτων να είναι εξίσου μεγάλο με εκείνο που θα λάμβαναν πωλώντας τα κοσμήματα ακέραια.

Η σημασία και η αξία των κλοπιμαίων, αλλά και οι διαστάσεις που έχει πάρει η κινηματογραφικών προδιαγραφών ληστεία στο Λούβρο και σε πολιτικό επίπεδο, ανάγκασε το μουσείο – σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων – να έρθει σε επαφή με ισραηλινή εταιρεία πληροφοριών προκειμένου να διεξαγάγει έρευνα «δεδομένης της εμπειρίας της και της επιτυχίας της στην επίλυση μιας κλοπής ύψους ενός δισ. ευρώ στη Δρέσδη το 2019». Την κίνηση αυτή, την οποία η εταιρεία επιβεβαιώνει με δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της, διαψεύδει το μουσείο.

Τα κενά ασφαλείας

Στο επίκεντρο της συζήτησης από την πρώτη στιγμή που έγινε η ληστεία βρέθηκαν τα κενά ασφαλείας που είχαν διαπιστωθεί ήδη στο πρώτο σε προσέλευση κοινού μουσείο στον κόσμο, και έγιναν αιτία για έντονη αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων στη Γαλλία.

Tα σημαντικότερα από αυτά σχετίζονται με το γεγονός ότι το τζάμι στην μπαλκονόπορτα από την οποία εισέβαλαν οι ληστές δεν ήταν αλεξίσφαιρο, ούτε διέθετε ειδική προστατευτική μεταλλική μπάρα που θα απέτρεπε ή έστω θα καθυστερούσε την πρόσβαση των δραστών. Πρόβλημα φαίνεται πως υπήρχε, σύμφωνα με δημοσιεύματα, και με τον συναγερμό της αίθουσας, χωρίς να αποσαφηνιστεί αν είχε τεθεί εκτός λειτουργίας. Το ηχητικό σήμα που ενεργοποιήθηκε αφορούσε την ευρύτερη πτέρυγα χωρίς να υποδεικνύει με σαφήνεια στους φύλακες το ακριβές σημείο στο οποίο εισέβαλαν οι δράστες.

Το γεγονός ότι το μουσείο στεγάζεται σε ένα ιστορικό κτίριο που επιφέρει σαφώς περιορισμούς στις επεμβάσεις που μπορούν να γίνουν σε συνδυασμό με την τρέχουσα οικονομική συνθήκη στη Γαλλία και την επιβαρυμένη κατάσταση ήδη από τις περικοπές που είχαν γίνει κατά την περίοδο της πανδημίας σχετικά με ζητήματα ασφαλείας ήταν αρκετά για να καταστήσουν το συγκεκριμένο ίδρυμα ευάλωτο.

Πέντε μόλις ώρες μετά τη θρασύτατη κλοπή η πρόεδρος του Λούβρου, Λοράνς ντε Καρς, συγκέντρωσε το προσωπικό στην αίθουσα εκδηλώσεων για να τους μιλήσει, με τους φύλακες να την αποδοκιμάζουν, κατηγορώντας τη διοίκηση του μουσείου για έλλειψη προνοητικότητας. Πιο συγκεκριμένα το συνδικάτο των εργαζομένων στον τομέα του πολιτισμού κατήγγειλε τη διαρκή έλλειψη πόρων, και ζήτησαν «πλήρη και ανεξάρτητο έλεγχο των μέτρων ασφαλείας και πρόληψης (…), ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού φύλαξης και υποδοχής (…) και πλήρη διαφάνεια σχετικά με τα συμπεράσματα της έρευνας», ενώ γίνεται λόγος και για «σημαντικές» και «συνεχιζόμενες» καθυστερήσεις στην αναβάθμιση των τεχνικών εγκαταστάσεων και την έλλειψη καμερών στις αίθουσες.

Οι θεωρίες για την ταυτότητα των δραστών

Για να φτάσουν οι Αρχές στον κλεμμένο θησαυρό θα πρέπει να λύσουν  τον γρίφο της ταυτότητας των δραστών. Και για τον σκοπό αυτό αξιοποιούν τα κλασικά μονοπάτια της αστυνομικής έρευνας με τα εξειδικευμένα στελέχη να μελετούν προσεκτικά τις κινήσεις και τα ίχνη των ληστών. Εξετάζουν προσεκτικά το βίντεο από τη στιγμή της ληστείας που φέρεται ότι κατάφερε να τραβήξει αυτόπτης μάρτυρας με το κινητό του τηλέφωνο. Μελετούν τις κινήσεις τους και ειδικά την αυτοπεποίθησή τους να κινηθούν χωρίς να απειλήσουν με όπλα επισκέπτες και φύλακες, αν και παραμένει άγνωστο κατά πόσο ήταν ένοπλοι. Και αναζητούν ίχνη που μπορεί να άφησαν στο όχημα πάνω στο οποίο ήταν τοποθετημένη η πτυσσόμενη σκάλα με το καλάθι που τους οδήγησε στον πρώτο όροφο του μουσείου. Καθώς γίνεται λόγος για «ληστεία από οργανωμένη ομάδα» οι έρευνες έχουν ανατεθεί στην υπηρεσία καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος και ελέγχεται το ενδεχόμενο να πρόκειται για αλλοδαπούς. Στο πλαίσιο αυτό οι Αρχές θα εξετάσουν και όσους έχουν σχέση είτε με τις εργασίες που είχαν γίνει στο παρελθόν κατά την ανακαίνιση της αίθουσας, το 2019, αλλά και τους φύλακες, διότι η σιγουριά των κινήσεων των δραστών κάνει τους αστυνομικούς να πιστεύουν ότι είχαν πληροφορίες εκ των έσω για τις αδυναμίες του συστήματος ασφαλείας (όπως το ότι δεν καλυπτόταν η συγκεκριμένη αίθουσα από το κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης, σύμφωνα με δημοσιεύματα, με αποτέλεσμα το σημείο να είναι «τυφλό» και οι δράστες να μην καταγραφούν από τις κάμερες), τον αριθμό των φυλάκων τη δεδομένη στιγμή, ακόμη και για πιθανή αχίλλειο πτέρνα στις τελευταίας τεχνολογίας προθήκες που φέρουν την υπογραφή ελληνικής εταιρείας κατασκευής.