Η φωνή της αντίστασης στον ολοκληρωτισμό

Γεννημένος το 1936 στο Αργυρόκαστρο, ο Ισμαήλ Κανταρέ, που απεβίωσε στο νοσοκομείο των Τιράνων ύστερα από επιπλοκές εμφράγματος, σπούδασε Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Τιράνων και στο Ινστιτούτο Λογοτεχνίας «Γκόρκι» στη Μόσχα. Υπήρξε ο πρώτος διεθνής αλβανός συγγραφέας, καθώς το πλούσιο συγγραφικό έργο του, που αριθμεί περίπου 50 μυθιστορήματα, δοκίμια, διηγήματα, ποιήματα, θεατρικά, έχει μεταφραστεί σε 40 γλώσσες. Ως πεζογράφος ο Κανταρέ διακρίθηκε με μεγάλα λογοτεχνικά βραβεία. Το 2005 τιμήθηκε με το βραβείο Man Booker International για το σύνολο του έργου του και το 2009 με το ισπανόφωνο Νομπέλ, Premio Principe de Asturias de las Letras, ενώ την ίδια χρονιά έλαβε και το βραβείο Balkanika για το μυθιστόρημά του «Η αποκλεισμένη» που μεταφράστηκε στα γαλλικά.

Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Μπέλος, καθηγητή Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πρίνστον ο οποίος αποτιμά το έργο του Ισμαήλ Κανταρέ στο worldliteraturetoday.com, ο συγγραφέας ταξιδεύει τον αναγνώστη του παντού στον χρόνο και στον χώρο: στην αρχαία Αίγυπτο, στη σύγχρονη Κίνα, σε ένα τουριστικό θέρετρο στη Βαλτική, στη Μόσχα και την Αυστρία και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, από το χτίσιμο της Μεγάλης Πυραμίδας από τον Χέοπα μέχρι τις διαφωνίες για τη διαδοχή του Ενβέρ Χότζα στην Αλβανία της δεκαετίας του 1980, φτάνοντας στα γεγονότα και τις καταστάσεις που προκάλεσε στη Δυτική Ευρώπη η πτώση του κομμουνισμού.

Εκτός από συγγραφέας διηγημάτων, είναι δραματουργός και δοκιμιογράφος, ενώ για ένα διάστημα υπήρξε και δημοσιογράφος και εκδότης. Στην αρχή της μακράς καριέρας του απέκτησε πρόωρη φήμη ως ποιητής – ως ο μεγάλος νέος ποιητής της σύγχρονης Αλβανίας. Ο μεγαλύτερος αριθμός ιστοριών του Κανταρέ διαδραματίζεται στον δέκατο ένατο και εικοστό αιώνα. Ο «Ρημαγμένος Απρίλης» διαδραματίζεται στη δεκαετία του 1930, το «Χρονικό στην Πέτρα» στη δεκαετία του 1940, ο «Στρατηγός της Νεκρής Στρατιάς» στη δεκαετία του 1950, η «Κόρη του Αγαμέμνονα» στη δεκαετία του 1970. Σε αυτά τα μυθιστορήματα μέσα από το πρίσμα της μυθοπλασίας ο Κανταρέ γράφει για την ιστορία της Αλβανίας και του κόσμου.

Σε μια σφιχτοδεμένη αφήγηση στον «Ρημαγμένο Απρίλη» περιγράφει τον μηχανισμό του Κανούν (το Εθιμικό Δίκαιο, τον κώδικα προγονικών νόμων που ρυθμίζει τη ζωή των βουνίσιων) σε όλες τις φάσεις του, τις ιδεολογικές και οικονομικές του βάσεις και τις άμεσες ή έμμεσες συνέπειές του για τα πρόσωπα που εξουσιάζει. Η «Πυραμίδα», που οι αλβανικοί εκδοτικοί οίκοι απέρριψαν το 1988, δημοσιεύτηκε αποσπασματικά το 1990 στην εφημερίδα της αντιπολίτευσης «Δημοκρατική Αναγέννηση». Ο συγγραφέας είχε ήδη καταφύγει στο εξωτερικό και το 1992 ολοκλήρωσε το μυθιστόρημά του στο Παρίσι για να κυκλοφορήσει στη συνέχεια στην Αλβανία. Δεξιοτέχνης της αλληγορίας και της μεταφοράς, στο «Γεφύρι με τις τρεις καμάρες», ο Ισμαήλ Κανταρέ αναλύει τη σχέση θρύλου – πραγματικότητας, για να αποδείξει πως ο θρύλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς «δόλιους» ώστε να αποκρυφθεί ένα έγκλημα.

Στην εξορία

Ο Ισμαήλ Κανταρέ θεωρούσε τον εαυτό του συγγραφέα που «προσπάθησε να δημιουργήσει κανονική λογοτεχνία σε μια ανώμαλη χώρα». Το ποίημά του, «Κόκκινος Πασάς» (1975), τον υποχρέωσε σε δημόσια αυτοκριτική και τα αρχεία της εποχής του Χότζα δείχνουν ότι πολλές φορές επρόκειτο να συλληφθεί. Βρισκόταν σε διαρκή και ασφυκτική παρακολούθηση και στάλθηκε στην εξορία το 1990, γράφοντας γι’ αυτό στην «Αλβανική Ανοιξη» (1997).

Οι «New York Times» αναφέρουν ότι μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Χότζα κι ενώ βρισκόταν από το 1990 στο Παρίσι ο Κανταρέ δέχθηκε επιθέσεις από αντικομμουνιστές επικριτές, τόσο στην Αλβανία όσο και στη Δύση, οι οποίοι τον παρουσίασαν ως ωφελημένο και μάλιστα ενεργό υποστηρικτή του σταλινικού κράτους. Για να προφυλάξει τον εαυτό του από αυτές τις επικρίσεις, τη δεκαετία του 1990 ο συγγραφέας έγραψε αρκετά αυτοβιογραφικά βιβλία, στα οποία υποστήριζε ότι μέσω της λογοτεχνίας του αντιστάθηκε στο καθεστώς, τόσο πνευματικά όσο και καλλιτεχνικά. «Ανήκω σε έναν από τους λαούς των Βαλκανίων, τον αλβανικό λαό, που έχασε την Ευρώπη δύο φορές: τον 15ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κατοχής, και μετά τον 20ό αιώνα, κατά την κομμουνιστική περίοδο» είχε δηλώσει ο συγγραφέας στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» τον Ιανουάριο του 2015.