Η μεγάλη ποίηση

Δεν γνωρίζω πόσοι από τους αναγνώστες μου έχουν τύχει να παρακολουθήσουν πασχαλινές λειτουργίες των Καθολικών. Δεν αναφέρομαι, βέβαια, στους Προτεστάντες που έχουν καταργήσει κάθε τελετουργικό από τις στεγνές λειτουργίες τους. Οι Προτεστάντες έχουν μόνο ένα κείμενο: την Αγία Γραφή. Στη λειτουργία τους διαβάζουν ένα απόσπασμα από τη Γραφή σχετικό με το εορτολόγιο της ημέρας, ψέλνουν και έναν ύμνο του Μπαχ ή και νεότερου συνθέτη, μεταλαμβάνουν την όστια και απέρχονται.

Η Ορθοδοξία είναι τελετουργικά συνέχεια της μεγάλης παράδοσης που ξεκινάει από τον Μεγάλο Βασίλειο και τον Ιερό Χρυσόστομο και μορφολογικά, ως θέαμα και ποιητικό γεγονός έχει αφομοιώσει όλη την ιστορία των θρησκευτικών τελετουργιών που τις γνωρίζουμε στα ομηρικά κείμενα.

Το θέατρο ο Προτεσταντισμός το κατήργησε ως συστατικό του μίσους που δογμάτιζε για το μιμητικό παιχνίδι. Και δεν χρειάζεται να εξηγούμε τα αυτονόητα, η μίμηση είναι κύριο και καίριο προικιό του πολιτισμού. Ο Αριστοτέλης το δογματίζει με τον ορισμό του πως η τραγωδία είναι μίμησις πράξεως. Παρόλο που η Ανθρωπολογία μας έπεισε πως η μίμηση συναντάται και σε αρκετά από τα ανώτερα ζώα, πιθανόν και σε κάποια έντομα, μόνο στον άνθρωπο είναι το καθοριστικό αίτιο του πολιτισμού. Από την αρχιτεκτονική και τη γλυπτική, τη μουσική, την ποίηση ως τη ρητορική, όλος ο πολιτισμικός πλούτος είναι προϊόντα μιμήσεως. Σκέφτομαι συχνά τι έξοχα ειρωνικά παιχνίδια μας παίζει η παράδοση, αν σκεφτεί κανείς πως και στις εποχές που ο ηλίθιος θρησκευτικός φανατισμός έστελνε τους θεατρίνους στην πυρά, η τελετή ήταν μια έξοχη αποθέωση μιας μιμητικής τελετής.

Δεν είναι συνταρακτικό να σκεφτεί κανείς και να αφομοιώσει πως ένας μάρτυρας της πίστεως στους χριστιανικούς αιώνες πεθαίνει ακριβώς, όπως ο Προμηθέας χιλιάδες χρόνια πριν από τη γέννηση του Ναζωραίου! Και δεν αναφέρομαι μονάχα στα αρχαία ελληνικά δρώμενα. Η Ανατολή, ο Βουδισμός και έως τις μέρες μας οι κομμουνιστές στο απόσπασμα, το ίδιο τελετουργικό αναπαράγουν. Και ο τάφος ενός μάρτυρα της πίστης του Χριστού δεν διαφέρει σε τίποτε από τους τάφους του Λένιν και του Στάλιν και στις ανάλογες τελετές που τιμάται τακτικά η μνήμη τους. Τολμήστε να προμηθευτείτε ένα ποιητικό κείμενο που τιμάται ο Τρότσκι και αφαιρέστε τα ονόματα και τους τόπους και θα μείνετε ενεοί, νομίζοντας πως το κείμενο πιθανόν να αναφέρεται στον Περικλή, στον Λούθηρο, τον Μπελογιάννη, τον Τσε Γκουεβάρα και τον Μουστακλή!

Κάθε τάφος μιας τόσο μεγάλης διαχρονίας είναι οδόσημο, σκαλοπάτι μιας ενιαίας κλίμακας, όπου ανέρχονται χωρίς διακριτικά ο Οιδίπους, ο Αγιος Δημήτριος, ένας σοβιετικός μάρτυρας και ένας αναρχικός Ισπανός. Θα ήταν λάθος να παρερμηνεύσουν φίλοι συνάλληλες αυτές τις διαπιστώσεις. Το μέγα πολιτισμικό μάθημα είναι πως, ανεξάρτητα από ιστορικές συνθήκες, από πολιτεύματα, δόγματα θρησκευτικά ή καλλιτεχνικά, ο άνθρωπος έχει ανάγκη για να κατανοήσει, να αφομοιώσει γεγονότα, δοξασίες, θεωρίες, φόρμες, σκοπούς, τεχνικές, εργαλεία και πρέπει να το εντάξει μέσα σε μια πράξη τελετουργική.

Οι τελετές του βαπτίσματος, του γάμου, των μνημοσύνων, της κηδείας, οι εορτές, ατομικές, οικογενειακές, οι επέτειοι, οι μνήμες σπουδαίων ή αποτρόπαιων συμβάντων παίρνουν πάντα τη φόρμα και την τάξη μιας τελετής. Με τελετή με υποδέχθηκε το Πανεπιστήμιο, με τελετή αποφοίτησα, με τελετή παρέλαβα το δίπλωμα που μας έδωσε η Φιλοσοφική Σχολή για την προσφορά μου και είναι σίγουρο πως με τελετή θα τιμήσει και την αναχώρησή μου. Σπεύδω σχολαστικά να θυμίσω πως η τελετή είναι λέξη της ελληνικής και έχει ρίζα το τέλος και τέλος σημαίνει τέρμα περιορισμένης διαδικασίας και συνάμα και σκοπός, κυρίως ολοκλήρωση της διαδικασίας που οδεύει προς την ολοκλήρωση ενός σκοπού.

Τη μέρα που θα δημοσιευτεί αυτό το κείμενο οι απανταχού Ορθόδοξοι ακολουθούν ένα τυπικό που δεν ανάγεται μόνο στις πηγές του ορθόδοξου τόμου της χριστιανικής πίστης. Ενας λαός, όπως ο ελληνικός, με παρουσία έξι χιλιετιών στον ίδιο τόπο, στον ίδιο ορίζοντα και χωρίς ούτε μια στιγμή διακοπή της φυλετικής και τελετουργικής αλυσίδας. Ενας λαός που από γενιά σε γενιά ακολουθεί την πανάρχαια συνήθειά του, να κρατάει στη μνήμη, κυρίως τη συλλογική, τον σεβασμό στην παράδοση. Εχω κι άλλοτε εδώ, σε αυτή τη σελίδα που διακονώ πενήντα τρία συναπτά έτη, να γονατίσω νοερά και να προσκυνήσω ευγνώμων αυτού που δημιούργησε η παράδοση, δηλαδή ό,τι μας δόθηκε από την περασμένη γενιά για να το υπηρετήσουμε και να το παραδώσουμε στα παιδιά μας. Αν κάποιοι θεωρούν αυτή την παράδοση ξεπερασμένη, άχρηστη, περιττή, δεν έχω καμιά αμφιβολία πως, αρνούμενοι την ελληνική ταυτότητα, έχουν αγοράσει, εισπηδήσει σε μια άλλη. Αν η άλλη τους λυτρώνει, του καλύπτει, τους προσφέρει διαβατήριο ταξιδιώτη πολιτισμού, με γεια τους με χαρά τους. Αρκεί να μην υποχρεώνονται να καμώνονται μέσα στα ξένα ήθη και έθιμα, να ζητιανεύουν παραδοχή.

Μεγάλωσα στη Ρούμελη και αυτές τις άγιες μέρες στον τόπο μου, από την Υπάτη στον Δομοκό και από την Αταλάντη στη Λαμία τη Μεγάλη Παρασκευή λέγαμε τα κάλαντα. Οι μανάδες μας μάς εφοδίαζαν με ένα καλαθάκι στολισμένο με τα άνθη της εποχής, γυρίζαμε ένας ένας ή δύο δύο, σπάνια τρεις, τα σπίτια της γειτονιάς και των κοντινών συνοικισμών και ψέλναμε το μοιρολόι για τον επί του σταυρού νεκρό Ιησού. «Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα, σήμερα έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι για να σταυρώσουν τον Χριστό των πάντων Βασιλέα»! Το 1947, 10 ετών, βγήκα να πω τα κάλαντα με τον πατέρα μου στη φυλακή, ως αριστερού που είχε, ως φιλόλογος, αναλάβει στην Αταλάντη την ενίσχυση των φτωχών της κωμόπολης. Υπήρξαν συμπολίτες, κυρίως γυναίκες, που γνωρίζοντας την οικογένειά μου, και συχνά μαθητές του πατέρα μου, μας έδιωχναν, αν χτυπούσαμε, εγώ με τον αδελφό μου, τη θύρα, φοβούμενοι, μήπως μιανθούν από τα παιδιά των φυλακισμένων. Σπεύδω να πω πως ο πατέρας μου, απολυμένος, μόλις αποφυλακίστηκε το ίδιο καθεστώς του έδωσε τον βαθμό του λυκειάρχη και τον μετέθεσε στην Καλαμπάκα, κωμόπολη που είχε υποφέρει στον Εμφύλιο και τα εστιατόρια αρνούνταν να σερβίρουν τον πατέρα μου για να μην εκτεθούν(!), ενώ βέβαια έστελναν το φαγητό στο σπίτι με έναν υπάλληλο και το χρέωναν διπλά, εξαιτίας της μεταφοράς! Η Λαμία, όπου μεγάλωσα, ήταν έδρα στρατοδικείου και στις μαύρες εποχές 1945 -1949 δεν υπήρχε μέρα να μη γίνονταν εκτελέσεις αριστερών, δικασμένων με μιας ώρας δικαστικής παρωδίας.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ευτύχησα να φοιτώ σε ιδιωτικό σχολείο (στο δημόσιο θα ήμουν δαχτυλοδειχτούμενος) που είχε ιδρύσει φίλος του πατέρα μου. Φυσικά φοιτούσα δωρεάν σε ένα σπίτι με πατέρα απολυμένο, τη μητέρα νοικοκυρά και τα τρία παιδιά κάτω από τα 12. Είχα ηθική υποχρέωση να είμαι άριστος μαθητής για να δικαιολογώ τη δωρεάν φοίτησή μου. Εχω κι άλλες φορές πριν από χρόνια αναφερθεί στον δάσκαλο του σχολείου αυτού που με μύησε και με ώθησε στη λογοτεχνία, την ποίηση και την άσκηση του προφορικού λόγου.

Η ελληνική επαρχία που μεγάλωσα ήταν ένα σχολείο μύησης στον ποιητικό λόγο μέσω των εκκλησιαστικών κειμένων. Εχω ακόμη στη βιβλιοθήκη μου, και συχνά ανατρέχω, βιβλία με τις εορταστικές τελετουργικές συλλογές ύμνων, κυρίως, και κειμένων των πατέρων. Μεγάλη ποίηση, μεγάλη ρητορική, μεγάλη παράδοση ύφους, ήθους και λυρισμού. Οι ύμνοι, κυρίως του Πάσχα, Μεγάλη Εβδομάδα και Ανάσταση είναι ποιητικά κατορθώματα. Θα το πω και δεν είναι τόλμη, αλλά απλή διαπίστωση. Στα λυρικά κείμενα της Μεγάλης Εβδομάδας υπάρχουν όχι λίγα, πολλά και μάλιστα εξαίσια δείγματα, που χωρίς ίχνος υπερβολής θα τα χαρακτήριζα ως υπερρεαλιστικά, δεδομένου ότι έχουν να δοξάσουν και να κατανοήσουν, άρα και να αναδείξουν γεγονότα θαυμαστά, ανάσταση νεκρών και παρουσίες αγίων νεκρών στον πλευρό των αρρώστων, των νηπίων και των εχόντων ανάγκη.

Ενα λαϊκό παιδί, μαθητής μου στην Ηλιούπολη, μου είχε πει κάποτε πως μερικοί ύμνοι της Μεγάλης Εβδομάδας, αν διαβαστούν δίπλα σε ποίηση Εγγονόπουλου, Ελύτη, Σεφέρη, ακόμη και Εμπειρίκου, θα εξαφάνιζαν τους πράγματι σημαντικούς μας υπερρεαλιστές ποιητές. Και μόνο το «θανάτω θάνατον πατήσας» αρκεί.