Ηχοδύναμα

Wolfgang Sawallisch: Οι πλήρεις ηχογραφήσεις στη Philips και στη Deutsche Grammophon.

DECCA, 43 CD

Απ’ όποια πλευρά κι αν πλησιάσει κανείς τη μουσική στην Ευρώπη και την Αμερική στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, το κύριο που συναντά λίγο κάτω από την επιφάνεια των εξελίξεων είναι πάντοτε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος τις ανακαθόρισε ριζικά ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Γερμανία: οι πρώτες έζησαν την απόλυτη εκτίναξη με το τεράστιο ρεύμα μεγάλων μουσικών, συνθετών και ερμηνευτών, που ήδη από το 1933, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και πιο πριν, έφευγε μαζικά από τη δεύτερη. Το αποτέλεσμα για την ηττημένη Γερμανία ήταν ότι στα μέσα της δεκαετίας του ’50 βρέθηκε για πρώτη φορά στην ιδιόμορφη κατάσταση να μη διαθέτει επαρκές δυναμικό σε σημαντικούς αρχιμουσικούς σε αναλογία προς τις ορχήστρες και τις όπερές της, την ώρα που και εκείνες υπέφεραν και χρειαζόντουσαν ανασύσταση εκ θεμελίων. Από την προπολεμική υπερεπάρκεια με την οποία η Γερμανία τροφοδοτούσε περίπου και όλη την Ευρώπη, τώρα καλά καλά δεν ήταν σε θέση να συντηρήσει τη δική της μουσική υπόσταση.

Σε αυτές τις συνθήκες αναδύθηκε ένας μαέστρος που έκανε αμέσως τη διαφορά και τράβηξε την προσοχή τόσο στη χώρα του όσο και πέρα από αυτή: ο Wolfgang Sawallisch, που το 2023 ήταν τα 100 χρόνια από τη γέννησή του: ήταν, δηλαδή, γεννημένος στην καρδιά του Μεσοπολέμου, ενώ υπηρέτησε στρατιώτης της Βέρμαχτ στη Γαλλία και την Ιταλία, όπου τον συνέλαβαν οι Σύμμαχοι.  Ο Sawallisch υπήρξε ένας από τους ελάχιστους μαέστρους που ενώ δεν ανήκε στην παλαιά γενιά αρχιμουσικών οι οποίοι δέσποσαν στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες προερχόμενοι όμως από προπολεμικές θητείες στη μουσική, κατά κάποιον τρόπο «λογίζεται» ανάμεσά τους. Η κοινή συνείδηση τον ταυτίζει συνήθως περισσότερο με εκείνη την «παλιά φρουρά», παρά με τους συνομήλικους ομότεχνούς του. Αυτό, όχι επειδή ερμηνευτικά «αντιγράφει» κάτι από εκείνους – ο Sawallisch ήταν ένας πολύ σπουδαίος μαέστρος και οι σπουδαίοι δεν «αντιγράφουν». Συμβαίνει επειδή έδινε πάντοτε, ήδη από τα πολύ νεανικά του χρόνια, την αίσθηση ότι κουβαλούσε στιβαρά, χωρίς υποκρισία και προχειρότητες τη μεγάλη μουσική παράδοση και το έκανε έχοντας καταφέρει να τη «διαβάσει» προσαρμοσμένη στον νέο κόσμο που γεννιόταν – χωρίς όμως να την απαρνηθεί, χωρίς να αποστασιοποιηθεί από αυτήν, χωρίς να την αφήσει πίσω του. Υπήρξε ένας φυσικός συνεχιστής και ταυτόχρονα εκσυγχρονιστής της μεγάλης γερμανικής μουσικής ερμηνευτικής την ώρα που εκείνη τον είχε ανάγκη όσο ποτέ. Ενας μαέστρος σταθερός, που ήξερε πού πατούσε, πού βρισκόταν και πού πήγαινε και πού έπειθε ότι μπορούσε να σηκώσει με κύρος και εμπιστοσύνη τη μουσική στους ώμους του σε εκείνα τα τόσο δύσκολα χρόνια.

Αυτή η αρετή του Sawallisch είναι πολύ πιο απαιτητική υπόθεση απ’ ό,τι ακούγεται. Και στα νεανικά του κυρίως χρόνια που αντιπροσωπεύονται εδώ πολύ, είναι έντονα παρούσα. Προϋποθέτει μεγάλο ταλέντο, αντίστοιχη τεχνική και γνώση, ευρύτερη αντίληψη, μα και μουσικό ήθος που δεν βρίσκονται, όλα μαζί μάλιστα, εύκολα. Αυτά του επέτρεψαν να σταθεί στο πόντιουμ ορχηστρών όπως η Σταατσκαπέλε της Δρέσδης για να ηχογραφήσει έναν κύκλο Σούμαν αναφοράς (στην ΕΜΙ), ή, εδώ, για τη PHILIPS, έναν από τους πιο μεστούς κύκλους συμφωνιών Μπραμς της εποχής του με τη Συμφωνική (όχι τη Φιλαρμονική) της Βιέννης. Εξίσου σπουδαίος είναι ο Μέντελσον του Sawallisch στον πλήρη κύκλο του με τη Νέα Φιλαρμόνια του Λονδίνου, όπως και ο λίγος σε ποσότητα πλην εξαίρετος Χάιντ και βέβαια ο κύκλος Σούμπερτ, πάλι με τη Δρέσδη, που επίσης συγκαταλέγεται ανάμεσα στις γρανιτώδεις στιγμές της δισκογραφίας. Εξίσου γερά πατάνε οι ηχογραφήσεις του στον Βάγκνερ που περιλαμβάνονται σε αυτήν την έκδοση. Και που όπως όλες έχουν το προνόμιο της υπέροχης τέχνης της ηχογράφησης δύο λαμπρών εταιριών στις καλύτερες στιγμές τους, ιδίως δε της PHILIPS.