Στην καρδιά της Πελοποννήσου, εκεί όπου ο Χελμός απλώνει τις κορυφές του και ο Βουραϊκός σμιλεύει ένα φαράγγι μοναδικής ομορφιάς, η φύση έχει αφήσει τα πιο εντυπωσιακά της ίχνη. Το Γεωπάρκο Χελμού – Βουραϊκού απλώνεται σε έκταση 647 τετραγωνικών χιλιομέτρων, σε μια ορεινή περιοχή η οποία φιλοξενεί 6.640 κατοίκους διάσπαρτους σε χωριά και κωμοπόλεις, στα όρια των Δήμων Καλαβρύτων, Λευκασίου, Διακοφτού, Ακράτας, Αιγείρας του Νομού Αχαΐας και Φενεού του Νομού Κορινθίας. Είναι το τρίτο γεωπάρκο της χώρας μας και μέλος του Ευρωπαϊκού και Παγκόσμιου Δικτύου Γεωπάρκων από το 2009. Από το 2015 είναι ενταγμένο στο πρόγραμμα της UNESCO και μπορεί να υπερηφανεύεται πως εκτός της Ολυμπίας είναι η δεύτερη περιοχή της Πελοποννήσου που χαίρει της προστασίας της. Εντός των ορίων του έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 12 διαφορετικοί τύποι πετρωμάτων και 22 γεωμορφολογικές δομές, οι οποίες προέρχονται από 11 γεωλογικές περιόδους ηλικίας 450 εκατομμυρίων χρόνων.
Για την καλύτερη ανάδειξη του φυσικού πλούτου της περιοχής, έχουν οριστεί 43 διαφορετικοί γεώτοποι, επτά γεωδιαδρομές και δύο θεματικές διαδρομές, στις οποίες ο καθένας μπορεί να περιηγηθεί για να ανακαλύψει την ξεχωριστή γεωλογία του τόπου, τη σημαντική βιοποικιλότητα, την πολιτιστική κληρονομιά του. Στους πιο εμβληματικούς από αυτούς τους γεώτοπους, τα «Πρόσωπα» είχαν την ευκαιρία να βρεθούν με ξεναγό τον Γιώργο Ηλιόπουλο, καθηγητή Παλαιοντολογίας και Στρωματογραφίας στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πάτρας και επιστημονικό υπεύθυνο του Γεωπάρκου και την Πηνελόπη Παπαδοπούλου, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο Πάτρας.
ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ. Η καρδιά του Γεωπάρκου Χελμού – Βουραϊκού χτυπάει στα Καλάβρυτα. Η πόλη στέκεται μέσα σε αυτό το φυσικό σκηνικό περήφανη, φέροντας ακόμα την τραγική της ιστορία και την ανεξίτηλη μνήμη των γεγονότων του Ολοκαυτώματος του 1943 από τους Ναζί, που ζωντανεύουν ανάμεσα στους τείχους του Δημοτικού Μουσείου Καλαβρυτινού Ολοκαυτώματος.
Λίγα χιλιόμετρα μακριά από τα Καλάβρυτα βρίσκεται το Σπήλαιο Λιμνών, στο εσωτερικό του οποίου εντοπίζονται 13 κλιμακωτές λίμνες, που τα νερά τους πλημμυρίζουν κατά τους χειμερινούς μήνες και παραμένουν στάσιμα τις υπόλοιπες εποχές. Οι σταλακτίτες και οι σταλαγμίτες που αγκαλιάζουν τα νερά, μαζί με τη σιωπή που σπάνε οι νυχτερίδες που φωλιάζουν στα υψηλότερα σημεία του και το ιδιαίτερο φως, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα υπερβατική. Από τα δύο χιλιόμετρα της συνολικής έκτασης του σπηλαίου, μόνο τα πρώτα 500 μέτρα του είναι προσβάσιμα στο κοινό.
Το μότο του Γεωπάρκου «οι πέτρες, τα βουνά και οι μύθοι» αποκτά ξεχωριστή σημασία σε γεώτοπους όπως τα Υδατα της Στυγός, την πηγή του ποταμού Κράθη που εξέρχονται από έναν καταρράκτη και πέφτουν ορμητικά από μια απόσταση σχεδόν 200 μέτρων. Για κάποιους ήταν η είσοδος στον Κάτω Κόσμο, για άλλους από τις πηγές του έδωσαν να πιει στον Μέγα Αλέξανδρο δηλητηριάζοντάς τον (εξού και η ονομασία Μαυρονέρι που έχει επικρατήσει σήμερα) ενώ για τους περισσότερους ήταν το σημείο όπου η Θέτιδα βούτηξε τον γιο της Αχιλλέα, κρατώντας τον από τη φτέρνα για να τον κάνει άτρωτο.
Εθνικής σημασίας έχει χαρακτηριστεί ο Γεώτοπος του Μεγάλου Σπηλαίου. Ο όγκος του είναι φτιαγμένος από συνεκτικά κροκαλοπαγή, δηλαδή θραύσματα πετρωμάτων τα οποία μεταφέρθηκαν από ποτάμια πριν από 3,5 εκατομμύρια χρόνια. Στη σκιά αυτών των επιβλητικών βράχων, σ’ ένα μεγάλο φυσικό άνοιγμα, είναι κτισμένη η Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, η οποία θεωρείται ότι είναι η αρχαιότερη στην Ελλάδα αφού χρονολογείται από το 362 μ.Χ. Εδώ, φυλάσσεται η εικόνα της Παναγίας, που φέρεται να είναι φτιαγμένη από μαστίχα και κερί, από τον Ευαγγελιστή Λουκά. Στο μετόχι της Μονής, δίπλα στον Βουραϊκό ποταμό, τις τελευταίες δεκαετίες λειτουργεί το Κτήμα Μέγα Σπήλαιο. Οι αμπελώνες του υιοθετούν τις αρχές της οργανικής καλλιέργειας κι εκφράζοντας την παράδοση αιώνων στην αμπελουργία παράγουν ξεχωριστά κρασιά με έντονα αρώματα και πολυπλοκότητα στον χαρακτήρα τους.
Αφήνοντας τα έγκατα της γης και πιάνοντας τις κορυφές των βουνών που ορίζουν το Γεωπάρκο, το πιο ψηλό σημείο του όρους Χελμού στα 2.355 μέτρα, κρύβει στις ράχες του δύο σημαντικά σημεία αναφοράς της εξέλιξης της ανθρώπινης δραστηριότητας: το τηλεσκόπιο Αρίσταρχος του Αστεροσκοπείου Αθηνών, ένα από τα μεγαλύτερα της Ελλάδας και το Χιονοδρομικό Κέντρο Καλαβρύτων.
ΟΙΚΟΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Το Γεωπάρκο, όμως, δεν είναι μόνο ένα φυσικό μνημείο. Μπορεί να λειτουργήσει και ως μοχλός ανάπτυξης για τις τοπικές κοινωνίες που αφορά, ενεργοποιώντας τον οικοτουρισμό. «Η ένταξη του Γεωπάρκου στην Unesco θα μπορούσε να αποτελέσει για τις τοπικές κοινωνίες, την τοπική οικονομία και τους τοπικούς επιχειρηματίες, μια καινούργια ευκαιρία για να κάνουν ακόμα πιο δυνατή την ταυτότητα του προϊόντος τους», μας επισήμανε η Ηρώ Τσιμπρή, γενική διευθύντρια της Αναπτυξιακής Αχαΐας, ενός φορέα που υποβοηθά την υλοποίηση αναπτυξιακών δραστηριοτήτων στην ορεινή κυρίως Αχαΐα. Χάρη στη χρηματοδότηση μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος Leader που η Αναπτυξιακή διαχειρίζεται, το Γεωπάρκο κατάφερε πρόσφατα να ολοκληρώσει το σύγχρονο Κέντρο Πληροφόρησης, στην πόλη των Καλαβρύτων, για την ανάδειξη του ορεινού όγκου Χελμού – Βουραϊκού. Αυτός ο χώρος αποτελεί την καλύτερη αφετηρία για να μπει κανείς στο πνεύμα και τη μαγεία του Γεωπάρκου που γοητεύει τις αισθήσεις, αφήνοντας μια γλυκιά ανάμνηση κι επιθυμία να επιστρέψει ξανά στα μέρη του.