Η Αννα Κυριακού, η αξέχαστη «θεία Μπεμπέκα» από την ιστορική σειρά του Mega «Τρεις Χάριτες», έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών, αφήνοντας μια αθόρυβη παρακαταθήκη στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στη Σχολή Σαρλ Ντιλέν στο Παρίσι. Εκανε την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο όταν ήταν ακόμα έφηβη στο Θέατρο Ρεξ με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη στην παράσταση «Κάρμεν». Εκτοτε, συνεργάστηκε με σπουδαίους πρωταγωνιστές όπως οι Δημήτρης Μυράτ, Μάνος Κατράκης, Βασίλης Λογοθετίδης, Μίμης Φωτόπουλος, Αλέκος Αλεξανδράκης και Ντίνος Ηλιόπουλος. Για περισσότερα από 20 χρόνια ένωσε τις υποκριτικές της δυνάμεις με το Εθνικό Θέατρο, συμμετέχοντας σε 34 παραγωγές. Ιδιαίτερα πλούσιο ήταν το ρεπερτόριό της και στο ραδιόφωνο όπου συμμετείχε στις εκπομπές της ΕΡΑ «Το θέατρο της Δευτέρας» και «Το θέατρο στο ραδιόφωνο». Στον κινηματογράφο, εμφανίστηκε σε ταινίες όπως «Ο μεθύστακας», «Ζητείται ψεύτης», «Αλέξης Ζορμπάς», «Ζητείται επειγόντως γαμπρός», «Safe sex» και «Το κλάμα βγήκε από τον παράδεισο». Στην τηλεόραση, άφησε το αποτύπωμά της σε σειρές όπως «Εκείνος κι εκείνος», «Γιούγκερμαν», «Οι τρεις Χάριτες» και «Κωνσταντίνου και Ελένης».
Με την Αννα γνωριστήκαμε με αφορμή τις «Τρεις Χάριτες». Τρία χρόνια ως ρόλος της μιλούσα στον ενικό και ως συνεργάτης στον πληθυντικό. Εκείνη βέβαια μού μίλαγε πάντα στον ενικό. Εγώ κατάφερα να ξεπεράσω τον πληθυντικό όταν παίξαμε μαζί μετά στο θέατρο, το 1998, στην παράσταση «Βγάλε τον υπουργό από την πρίζα» στην Πειραιώς 131. Στο θέατρο, όπως και στην τηλεόραση, η πρώτη της ύλη στους ρόλους της ήταν αυτή η χαριτωμένη αφέλεια που έβγαζε, αυτός ο κελαηδιστός τρόπος που μιλούσε.
Είχε πάντα προσωπικότητα η Αννα. Οταν γράφαμε με τον Θανάση (Παπαθανασίου) το σενάριο για τις «Τρεις Χάριτες», με το που τη βάζαμε στο μυαλό μας, τα λόγια έρχονταν από μόνα τους. Ηταν από τους ηθοποιούς που σου παίρνουν το χέρι και σου γράφουν τον ρόλο τους ξεκούραστα αντί να τον γράφεις εσύ. Οπως βέβαια και οι υπόλοιπες «Χάριτες». Αυτές ήταν γυναίκες με πάρα πολύ έντονη προσωπικότητα. Η Αννα ήταν πολύ μητρική και πολύ κοριτσίστικη την ίδια στιγμή. Γι’ αυτό και της δώσαμε το όνομα «Μπεμπέκα» στη σειρά. Ταυτόχρονα, ήταν πολύ αστή χωρίς να είναι απόμακρη. Βέβαια, όλες οι Χάριτες ήταν πάρα πολύ κυρίες. Δεν ξεπερνούσαν κάποια όρια.
Οταν παίζονταν «Οι τρεις Χάριτες», δεν είχε επίγνωση της επιτυχίας του ρόλου της. Κανένας μας, βέβαια, δεν το είχε. Εμείς κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε για να διασκεδάσουμε. Το ότι διασκέδασαν μαζί μας τόσοι Ελληνες, ήταν ευπρόσδεκτο. Της Αννας της άρεσε το γέλιο, η διασκέδαση. Η γνωριμία μας ήταν παραπέρα από τη συνεργασία αφού τα λέγαμε και στις Μηλιές του Πηλίου, όταν εμείς είχαμε φιλοξενηθεί από τη Μάγια Παπανδρέου και τον Νικηφόρο Νανέρη.
Εκείνη συνήθιζε να με αποκαλεί πάντα «Χρυσάκι μου». Αυτό θα μου λείψει περισσότερο από εκείνη. Αν κάτι κρατάω, μολονότι δεν το εφαρμόζω, είναι αυτή η φράση που μου είχε πει: «Για δύο ειδών προβλήματα δεν πρέπει να στεναχωριέσαι. Γι’ αυτά που λύνονται και γι’ αυτά που δεν λύνονται». Είχε μια μεγάλη δίψα για ζωή, για διασκέδαση. Ηταν άνθρωπος που της άρεσε η καλοπέραση. Μπροστά στην καλοπέρασή της λίγα πράγματα έβαζε.
Εμείς στο θέατρο καμιά φορά δημιουργούμε κάποιες άτυπες οικογένειες. Εμένα, η οικογένειά μου ήταν οι «Τρεις Χάριτες». Ηταν λοιπόν για μένα πολύ οδυνηρή η απώλεια της Αννας. Αλλά επειδή κατά έναν τρόπο εμείς παίζαμε τα ανίψια της, θα μου λείψει μια άτυπη μαμά που ήταν για μένα. Αν κι όσο περνούσαν τα χρόνια καταλάβαινα ότι δεν θα ξανασυνεργαστούμε, ήταν πάντα πολύ ευχάριστο να ξέρεις ότι υπάρχει πάντα μια γυναίκα γλυκιά, που θα σε νοιαστεί, θα σε πάρει ένα τηλέφωνο κάθε τόσο και μάλιστα διακριτικά.
Στη δουλειά είχε μια ψυχραιμία. Χωρίς να είναι ποτέ πλούσια, αν κι είχε περάσει πάρα πολλά από μικρή στην Κατοχή, δεν το εξέφραζε. Ηταν πάρα πολύ ψύχραιμη. Επέλεγε τι θα κάνει όταν της έκανε κέφι. Είχε και κάτι το ερασιτεχνικό, δεν είχε αυτό το ψυχαναγκαστικό του επαγγελματία ότι πρέπει να βρει δουλειά φέτος τον χειμώνα. Βέβαια, τη γνώρισα σχετικά μεγάλη. Είχε ήδη συνταξιοδοτηθεί. Οπότε η ψυχραιμία ήταν αυτόματη. Είναι φυσικό όταν έχεις ένα αποκούμπι οικονομικό, να μη σε σφίγγει η ανάγκη. Αλλά ήταν μια γυναίκα που εξέπεμπε άνεση. Ηταν γενναιόδωρη κι άνετη. Είχε όλα τα προτερήματα της αστής, χωρίς την ψυχράδα. Ηταν πάντα πολύ χαρούμενη, γενναιόδωρη, ανοιχτή, αξιοπρεπής κι όλη της η ύπαρξη έβγαζε μια άνεση.
Ο Μιχάλης Ρέππας είναι σεναριογράφος, σκηνοθέτης και ηθοποιός