Περίμενα με ειλικρινές ενδιαφέρον τη στάση της αντιπολίτευσης στο θέμα με την προεδρία του Συνηγόρου του Πολίτη. Η θητεία του απερχομένου προέδρου, Ανδρέα Ποττάκη, έχει λήξει εδώ και σχεδόν τρία χρόνια. Σε αντικατάστασή του, η κυβέρνηση έχει προτείνει για τη θέση τον καθηγητή Δημήτρη Α. Σωτηρόπουλο. Ενα πρόσωπο που δεν ανήκει στον κομματικό κύκλο της ΝΔ, έχει σπουδαία προσφορά στα πανεπιστημιακά πράγματα (είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών) ενώ η συνολικότερη διαδρομή του διακρίνεται από δημοκρατική ευαισθησία. Οποιος γνωρίζει τον Σωτηρόπουλο γνωρίζει και τη σημαντική δραστηριότητά του στα δημόσια πράγματα, ως ακέραιος, πολιτικά ανεξάρτητος και κοινωνικά ευαίσθητος πολίτης. Οι παρεμβάσεις του είναι οι παρεμβάσεις ενός μεταρρυθμιστή, που πάντα σέβεται τους κανόνες, υποστηρίζει την κοινή ευρωπαϊκή κουλτούρα των δικαιωμάτων και, όπως αποδεικνύεται από την αρθρογραφία του, ξέρει πόσο αναγκαίο είναι να βρίσκουν οι πολίτες στήριξη σε δύσκολες ώρες, όταν βρίσκονται άδικα απέναντι από το κράτος.
Στο πρόσωπο του Δημήτρη Σωτηρόπουλου, δηλαδή, η κυβέρνηση έχει προτείνει μια διακεκριμένη προσωπικότητα, με βαθιά γνώση των πραγμάτων, με δημοκρατική παιδεία και με ανεξαρτησία, για μια θέση που απαιτεί ακριβώς αυτά.
Κατανοώ ότι μια τέτοια προσωπικότητα, όπως ο Σωτηρόπουλος, βρίσκεται απέναντι από τη ρητορική και τις επιδιώξεις του ΚΚΕ, των λούμπεν ακροδεξιών ή της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Κατανοώ και την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να συναινέσει στο πρόσωπό του – είναι το κόμμα τού «Ή εμείς ή αυτοί», το κόμμα που για να μην αλλοιώσει το προφίλ του προτίμησε να συμπορευτεί κυβερνητικά με τους ΑΝΕΛ του Καμμένου. Κατανοώ ακόμα και τη Νέα Αριστερά – συριζαίοι είναι κι αυτοί, στον σκληρό πυρήνα των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνυπήρξαν.
Κατανοώ επίσης ότι και τον Θεό τον ίδιο να πρότεινε η κυβέρνηση, κι αυτόν θα τον καταψήφιζαν. Η αντιπολίτευση αυτή δεν συνθέτει, επιδιώκει την κατεδάφιση, μόνο έτσι υπάρχει.
Αυτό που δεν κατανοώ είναι το ΠΑΣΟΚ, που στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής επίσης απέρριψε τον Σωτηρόπουλο. Και δεν κατανοώ διπλά το «νον-πέιπερ» του κόμματος σύμφωνα με το οποίο επιδίωκε την πρόσκληση του Ανδρέα Ποττάκη στη Βουλή, προκειμένου να «ενημερώσει για τις εκκρεμότητες της Αρχής και ειδικότερα για σημαντικές υποθέσεις που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας, όπως το ναυάγιο της Πύλου».
Τι εννοεί δηλαδή το ΠΑΣΟΚ; Οτι θα μπορούσε, αν υπήρχε αρνητικό πόρισμα για κρατική υπηρεσία όπως εν προκειμένω το Λιμενικό, ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος να μεθόδευε απόρριψη; Τι κουτοπόνηρες χυδαιότητες είναι αυτές, μάλιστα κατά ενός δημοκράτη πολίτη; Και πόσο νέο είναι αυτό το κόμμα που, έπειτα από την υποτιθέμενη βασανιστική σύνθεση απόψεων μετά τις εσωκομματικές εκλογές, επιστρέφει στην ίδια πολιτική στάση, μια στάση εναλλακτικού ΣΥΡΙΖΑ; Χρεώνοντας μάλιστα στην κυβέρνηση κωλυσιεργία για το θέμα της αντικατάστασης του Συνηγόρου, την ίδια στιγμή που οι ίδιοι απορρίπτουν ασυζητητί την κυβερνητική πρόταση.
Πιθανολογώ ότι η ασυνάρτητη αυτή πολιτική του ΠΑΣΟΚ οφείλεται στη δημοσκοπική άνοδό του, ελλείψει του ΣΥΡΙΖΑ. Η μέθη του ποσοστού φέρνει ακατανόητες ριζοσπαστικές επιλογές. Να το προσέξουν στο ριζοσπαστικό ΠΑΣΟΚ, επειδή μετά τη μέθη συνήθως ακολουθεί δυνατό χανγκόβερ.
Comments are closed.