- Advertisement -

Ως επιμελητής Φωτογραφίας και Νέων Μέσων στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης κινείται γύρω από τη σύγχρονη τέχνη και εστιάζει στους έλληνες καλλιτέχνες της δεκαετίας του ’70. Ωστόσο η συμμετοχή του Σταμάτη Σχιζάκη στην παραγωγή εκθέσεων χαρακτηρίζεται από ένα επιπλέον διακριτικό: τη σχέση του με τον Ψηλορείτη. Εκεί κατάφερε να υλοποιήσει μια απελευθερωτική και εμπνευστική συνθήκη απόλαυσης και δημιουργίας με πρωταγωνιστές τη φύση και την τέχνη. Και μάλιστα χωρίς την ανάγκη ανεύρεσης χορηγών.
Η πρώτη, τελευταία και παντοτινή μπιενάλε του Ψηλορείτη φιλοδοξεί να αποτελέσει μια πλατφόρμα σύγχρονου πολιτισμού της υπαίθρου. Ξεκίνησε στις 17 Αυγούστου 2017 με την προσωρινή εγκατάσταση «Ελάσσονες κατσικοθεότητες» του Παναγιώτη Λουκά και της Μαλβίνας Παναγιωτίδη, στην κορυφή Τίμιος Σταυρός. Η τελευταία έγινε τον Αύγουστο του 2024 με το έργο της Χριστίνας Μήτρεντσε «ISBN: 97861880590 με Σιτάκε (Lentinus – edodes)», το οποίο εγκαταστάθηκε στη θέση Τουμπωτός Πρίνος στις παρυφές του δάσους Παρδί. Η διοργάνωση αυτή δεν βασίζεται στην προσέλευση κοινού. Ο τόπος της μπιενάλε, ο Ψηλορείτης, οριοθετείται συμβολικά ως χώρος καλλιτεχνικής έκφρασης μέσα από μια πράξη κατάκτησης, όπως κάποιος κατακτά μια δύσβατη κορυφή. Σκοπός της είναι να παρέχει το χωρικό και χρονικό πλαίσιο για την πιθανή υλοποίηση έργων τέχνης που φέρνουν την ανθρώπινη ψυχή απέναντι στη φύση.
Ο,τι και να κάνω προκύπτει μέσα από μια διαδικασία διαπραγμάτευσης. Εχω τον ρόλο επιμελητή στο ΕΜΣΤ που έχει συγκεκριμένες αρχές και τις αποδέχομαι πλήρως. Κάνω εκθέσεις που στοχεύουν στο ευρύτερο κοινό και όχι σε μια ελίτ, χωρίς να κάνω εκπτώσεις στην επιστημονική μελέτη από πίσω. Από την άλλη, με το εγχείρημα του Ψηλορείτη, αναζητώ έναν άλλο βαθμό ελευθερίας. Πραγματεύομαι όμως τις ίδιες αρχές με άλλους όρους.
Στα εγχειρήματα του Ψηλορείτη δεν έρχεται κανείς, ζητάνε από εμένα να κάνω κάποια πράγματα. Ισως έχει μια υπερβολή από την πλευρά μου καθώς παίρνω όλους τους ρόλους, του χειριστή και μεταφορέα του έργου τέχνης, του οδηγού βουνού, του σχεδιαστή του εντύπου, του φωτογράφου, του συγγραφέα, του μεταφραστή και του επιμελητή του κειμένου, το τελευταίο με πολύ κακό αποτέλεσμα. Είναι ο τρόπος που μπορώ να κάνω τα πράγματα που θέλω χωρίς να περιμένω κάποια χρηματοδότηση. Ολο αυτό έχει μια αγάπη για την τέχνη, για το βουνό, για τους ανθρώπους.
Κατάγομαι και μεγάλωσα στην Κρήτη. Στον Ψηλορείτη όμως πήγα πρώτη φορά αφού είχα φύγει από την Κρήτη. Με ενδιαφέρει ότι είναι ένα δυσπρόσιτο μέρος, ότι κάποιος θα πρέπει να οδηγήσει δύο ώρες από το Ηράκλειο και να κάνει μια τετράωρη πεζοπορία ανάβασης και μετά να κάνει τον ίδιο χρόνο για να επιστρέψει. Δημιουργείται ένα άβατο. Είμαι εγώ και ο καλλιτέχνης. Ηδη έγιναν 13 έργα, ανάμεσά τους και εφήμερες δράσεις. Διαλέγω τους καλλιτέχνες του Ψηλορείτη όταν νιώθω ότι μπορούν να συνεισφέρουν ή να κερδίσουν και οι ίδιοι σε μια διαφορετική συνθήκη: τη συνθήκη της υπαίθρου, της απόστασης από τους ανθρώπους, της ελευθερίας.
Πριν από χρόνια παραπονιόμασταν ότι δεν εκμεταλλευόμαστε καλλιτεχνικά το νησιωτικό κεφάλαιο. Τώρα έχουμε μια πληθώρα καλλιτεχνικών φιλοξενιών και εκθέσεων που συνεισφέρουν στον υπερτουρισμό. Δεν θα ήθελα να είμαι μέρος αυτού του προβλήματος. Το να ταξιδέψεις μόνος ή με έναν καλλιτέχνη σε έναν τόπο είναι εντελώς διαφορετικό από το να κάνεις έκθεση με δεκαπέντε καλλιτέχνες και να οργανώσεις εγκαίνια με καλεσμένους. Αμέσως δημιουργείς μια συνθήκη που είναι λίγο τουρισμός, λίγο εναλλακτική φιλοξενία. Καλλιτέχνες ή εταιρικοί υπάλληλοι, δημοσιογράφοι ή αθλητές μολύνουν περίπου το ίδιο το περιβάλλον. Εχει τη σημασία της και η διατύπωση, το discourse, αλλά προτιμώ στην πρακτική μου να ενσωματώνω τα πιστεύω μου και όχι να παραμένω σε ένα διαλεκτικό επίπεδο.
Μιλώντας για την έκθεση «Θόδωρος γλύπτης, Αντί Αναδρομικής» στο ΕΜΣΤ, ξεχωρίζω το έργο του συγκεκριμένου καλλιτέχνη για πολλούς λόγους, κυρίως όμως για τη σχέση του με τη θεωρία των μέσων. Κοινός παρονομαστής σε όλη του τη δραστηριότητα υπήρξε ο κοινωνικός και πολιτικός ρόλος του καλλιτέχνη και η σημασία ένταξης καλλιτεχνικών φωνών στον δημόσιο λόγο. Τις παραπάνω ιδέες ο Θόδωρος τις έκανε πράξη μέσα από τη συστηματική και ιδιαίτερη παρουσία του στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Αντλώντας έμπνευση από την εκθεσιακή πρακτική του Θόδωρου και τα κριτικά του σχόλια πάνω στη λειτουργία των θεσμών, επιμεληθήκαμε την έκθεση στο ΕΜΣΤ υπονομεύοντας τον προσωποκεντρικό και παρελθοντικό χαρακτήρα μιας αναδρομικής έκθεσης. Και μαζί με τα έργα του Θόδωρου παρουσιάζονται και έργα πέντε σύγχρονων καλλιτεχνών – Νίκος Αρβανίτης, Πάκυ Βλασσοπούλου, Ιρις και Λήδα Λυκουριώτη, Κώστας Μπασάνος, Γιάννης Παπαδόπουλος – που έχουν συνδιαλεγεί κριτικά με αντίστοιχους διαχρονικούς προβληματισμούς.
Συνεχώς μιλάω για τον Θόδωρο. Ο τρόπος που βλέπω μια εγχώρια αφήγηση της ιστορίας της τέχνης έχει να κάνει με τις δικές του Υποθέσεις για ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, που ήταν μια εποικοδομητική θεσμική κριτική. Πώς θέλουμε να λειτουργούν τα μουσεία; Με απασχολεί το πώς έβλεπε τις πιο παραδοσιακές καλλιτεχνικές πρακτικές σε σχέση με τις νέες οπτικοακουστικές τεχνολογίες. Η υπενθύμιση της σωματικότητας μέσω της τέχνης είναι από τα πιο σημαντικά μαθήματα της δουλειάς του.
Comments are closed.