- Advertisement -

Η παράνοια (και) ως λύτρωση

11

- Advertisement -

Μια πορεία προς τα μέσα, στο πιο βαθύ σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής, επιχειρεί, με εξαιρετικό τρόπο, ο Νικολάι Γκόγκολ στο «Ημερολόγιο ενός τρελού». Μια πορεία του ανθρώπου προς την τρέλα ή προς μια λυτρωτική απελευθέρωση – ή μήπως αυτά τα δύο ταυτίζονται…

Ο Αξέντι Ιβάνοβιτς Ποπρίτσιν είναι ένας συνηθισμένος, άρα ασήμαντος, άνθρωπος, ένας  υπάλληλος (ή μάλλον υπαλληλάκος), που βιώνει στο πετσί του μια κοινωνία που δεν τον βλέπει καν. Oταν θα προσπαθήσει να γίνει από αόρατος, ορατός – γιατί θα τολμήσει, από μακριά, να ερωτευτεί την κόρη του αφεντικού του, τότε θα καταλάβει πόσο ακόμα πιο σκληρή μπορεί να είναι σταθεί η ζωή απέναντί του. Θα μπει σε μια αντίστροφη πορεία, μια πορεία που η ευαισθησία του δεν θα καταφέρει να αντέξει. Η πτώση θα είναι απόλυτη, χωρίς επιστροφή.

Γραμμένη το 1934, η νουβέλα του ρώσου λογοτέχνη και δραματουργού κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1835 στη συλλογή «Αραβουργήματα» με τον τίτλο «Αποσπάσματα από το ημερολόγιο ενός Τρελού», ενώ το 1843, ο Γκόγκολ τη συμπεριέλαβε στις «Ιστορίες της Πετρούπολης». Το κείμενο μεταφέρεται συχνά στη σκηνή και έχει αποτελέσει γοητευτική αναμέτρηση για τόσους και τόσους ηθοποιούς. Στην Ελλάδα τον μονόλογο έχουν ερμηνεύσει ο Κώστας Καρράς – με μεγάλη επιτυχία, καθώς και ο Δημήτρης Χορν, ο Θύμιος Καρακατσάνης και αργότερα ο Λάκης Λαζόπουλος, ο Στάθης Ψάλτης, ο Σωτήρης Χατζάκης.

Η παράσταση

Ο Στάθης Λιβαθινός επέλεξε να «διαβάσει» σκηνικά το «Ημερολόγιο ενός τρελού» μέσα από την αντίστιξη τρέλας – κανονικότητας, καθώς ο κεντρικός ήρωας συνοδεύεται από δύο βοηθούς, σαν παρατηρητές, της πτωτικής του πορείας. Με τις λευκές τους στολές παραπέμπουν ακόμα και στους γιατρούς ή νοσηλευτές φρενοκομείου.

Διατηρώντας την ουσία του μονολόγου, μέσα από μια ημερολογιακού τύπου παράθεση των γεγονότων, ο σκηνοθέτης ακολουθεί τον Ποπρίτσιν, αναδεικνύοντας όλα τα στοιχεία που συνθέτουν την ιδιότυπη και ιδιόρρυθμη προσωπικότητά του. Στην παράσταση χρησιμοποιείται εμβόλιμα ένα απόσπασμα από τον «Ευγένιο Ονέγκιν» του Πούσκιν, σε μετάφραση Νίκου Παπακωνσταντίνου.

Ο Γιώργος Δάμπασης, μέσα από τη σκηνική του παρουσία, την όψη με τα πολλά γένια και τις ενδιαφέρουσες εκφράσεις του προσώπου και του βλέμματος, ξετυλίγει τον ήρωά του, και μαζί τις πολλαπλές υποκριτικές του δυνατότητές: ως άλλος κλοσάρ, άστεγος και παραιτημένος, ο δικός του Ποπρίτσιν κατρακυλάει από τη λογική στο ά-λογο, από τον λόγο στο παραλήρημα. Ο Νέστωρ Κοψιδάς και η Λίλυ Μελεμέ ανταποκρίνονται με την απαιτούμενη αυστηρότητα – σχεδόν σκληρότητα, σ’αυτόν τον άχαρο ρόλο. Και συντελούν στην ολοκλήρωση της σκηνοθετικής οπτικής. Ο διαταραγμένος ψυχικά Ποπρίτσιν χάνει την αίσθηση του χρόνου, μπερδεύει μήνες, μέρες, έτη και βυθίζεται ολοένα και πιο πολύ στην άβυσσο του νου του. Ετσι, εκτός από λογοτεχνικό – σκηνικό πρόσωπο, γίνεται κι ένα πρώιμο «πρότυπο» ανάλυσης και μελέτης της πορείας του ανθρώπου προς την τρέλα και τον μη τόπο.

- Post Down -

Comments are closed.