- Advertisement -

Η πρώτη αίσθηση είναι επιβλητική. Μεγάλα, αλλά και μικρότερα παλιά κτίρια περιμένουν υπομονετικά την ιστορία και τους ανθρώπους να τους φερθούν με σεβασμό. Κάποια από αυτά έχουν κλείσει εδώ και χρόνια έναν αιώνα ζωής. Η γερή τους κατασκευή και η ιστορικότητά τους τα καθιστούν αξιοποιήσιμα και για άλλες χρήσεις εξυπηρέτησης του σύγχρονου κόσμου. Ο χαρακτηρισμός τους ως διατηρητέων τα προστάτεψε, και εξακολουθεί να το κάνει, από την κατεδάφιση ή την «κακοποίησή» τους.
Θα μετατραπεί τελικά το γερασμένο βιομηχανικό συγκρότημα σε ένα υπουργικό πάρκο με δεκάδες κτίρια και συνολική επιφάνεια 353.480 τ.μ., όπως έχει εξαγγείλει o Πρωθυπουργός ήδη από το 2021;
Η παρουσίαση που είχε γίνει έλεγε ότι οι εργασίες θα ξεκινούσαν το 2023 και από το 2025-26 θα είχαμε τη σταδιακή έναρξη της λειτουργίας… Είμαστε στον Απρίλιο του 2025 και στο τεράστιο εργοστάσιο που σήμερα υπολειτουργεί δεν υπάρχουν ακόμα σημάδια υλοποίησης του νέου μεγαλεπήβολου σχεδίου. Για να ξεκινήσει αυτό θα πρέπει πρώτα να μετακομίσει μια τεράστια βιομηχανία, η οποία σήμερα αποτελείται από 91 κτίρια. Θα πρέπει να ανεγερθούν επτά νέα μεγάλα κτίρια και 66 από τα παλιά να κατεδαφιστούν. Μόνο τα 25 θα παραμείνουν, αφού κρίνονται διατηρητέα.
Η μελλοντική χρήση τους
Τα 13 από αυτά προορίζονται για πολιτιστικές εγκαταστάσεις, 7 για διοικητικές υπηρεσίες, 4 θα υποστηρίζουν εγκαταστάσεις εστίασης και 1 θα λειτουργήσει ως συνεδριακό κέντρο. Παρά τα χρόνια τους, οι σκελετοί είναι σε καλή κατάσταση και η μελετημένη ανακαίνισή τους θα μπορούσε να τα κάνει ιδιαίτερα εντυπωσιακά καθιστώντας τα αιώνιους μάρτυρες μιας σημαντικής βιομηχανικής παρουσίας της Ελλάδας του περασμένου αιώνα.
Αλλωστε, οι τόσο μεγάλες βιομηχανικές μονάδες που έχουν καταστραφεί (με τον έναν ή τον άλλο τρόπο) μέσα στον σκληρό αστικό ιστό είναι ελάχιστες. Οι αρχιτεκτονικές περίοδοι ανέγερσης κτιρίων μέσα στις εγκαταστάσεις είναι τρεις: από το 1890 ως το 1930, από το 1931 ως το 1950 και από το 1951 ως το 2000. Τα περισσότερα από τα 25 διατηρητέα ανήκουν στις πρώτες δύο περιόδους. Για κάποια η κατάσταση κρίνεται καλή, για άλλα οι παρεμβάσεις που θα χρειαστούν είναι μεγαλύτερες.
Η τοποθεσία και τα πρώτα χρόνια
Τον καιρό που επιλέχθηκε η τοποθεσία (πριν από το 1890) με σκοπό να γίνει εκεί παραγωγή πολεμικού υλικού, τα πρώτα σπίτια ήταν πολύ μακριά από τις εγκαταστάσεις που σήμερα είναι περικυκλωμένες από χιλιάδες κατοικίες. Η παραγωγή ξεκίνησε το 1891 και το εργοστάσιο όλο και μεγάλωνε μαζί με τις ανάγκες για πολεμικό υλικό. Η Κρητική Επανάσταση έφερε τις πρώτες μεγάλες παραγγελίες, αργότερα ακολούθησαν ο Μακεδονικός Αγώνας, ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μικρασιατική Εκστρατεία… Τα κτίρια, ο εξοπλισμός και φυσικά το προσωπικό του εργοστασίου ήταν από τους βασικούς παράγοντες που καθιστούσαν τον Ελληνικό Στρατό αξιόμαχο.
Η ζήτηση πυρομαχικών και πολεμικού υλικού που παράγονταν εδώ ήταν μεγάλη. Κατά περιόδους γίνονταν τεράστιες παραγγελίες σφαιρών, όλμων, βλημάτων και άλλων προϊόντων από άλλες χώρες σε όλο τον κόσμο. Η ΠΥΡΚΑΛ υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα εργοστάσια παραγωγής πυρομαχικών στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή. Ηταν σε μεγάλο βαθμό αυτάρκης κατασκευάζοντας πέρα από το τελικό προϊόν και όλα τα μηχανήματα, εξαρτήματα, συσκευασίες κ.λπ. που ήταν απαραίτητα. Εκτός από την παραγωγή, εδώ γίνονταν και οι απαραίτητοι τεχνικοί έλεγχοι, οι μελέτες ανάπτυξης, ο σχεδιασμός κ.λπ. Μέρος αυτής της διαδικασίας είναι οι υπόγειες στοές των 50, 100 και 200 μέτρων που λειτουργούν ως πεδία βολής για τον ποιοτικό έλεγχο και τη βελτίωση των σφαιρών. Σήμερα, οι στοές αυτές λειτουργούν με τη συνδιαχείριση του ΝΑΤΟ. Επίσης, για ευνόητους λόγους στις εγκαταστάσεις είχαν κατασκευαστεί καταφύγια προσωπικού.
Ο εμπορικός πόλεμος που οδήγησε στην ΠΥΡΚΑΛ
Η πρόγονος εταιρεία είχε ιδρυθεί ήδη από το 1874 ως Ελληνικόν Πυριτιδοποιείον και το πρώτο εργοστάσιό της ήταν το σημερινό Μπαρουτάδικο στο Αιγάλεω. Παρότι ήταν ο κύριος τροφοδότης του κράτους με πολεμικό υλικό, ο ανταγωνισμός με μια άλλη εταιρεία – εκείνη των αδελφών Μαλτσινιώτη, οι οποίοι είχαν κάνει το δικό τους εργοστάσιο στη σημερινή περιοχή του Υμηττού – οδήγησε σε έναν σκληρό βιομηχανικό πόλεμο, που σταμάτησε όταν οι δύο εταιρείες τελικά συγχωνεύτηκαν το 1908. Από αυτή την εμπορική συγχώνευση προέκυψε μια νέα εταιρεία με την επωνυμία ΕΕΠΚ ή ΕΠΚ (Εταιρεία Ελληνικού Πυριτιδοποιείου και Καλυκοποιείου).
Το όνομα ΠΥΡΚΑΛ θα καθιερωθεί αργότερα… Πέρα από το πολεμικό υλικό και ένα όπλο δικής της σχεδίασης που δεν μακροημέρευσε, η βιομηχανία είχε και άλλες παραγωγικές δραστηριότητες ανά τα χρόνια. Κατασκεύαζε πετρελαιοκινητήρες, εργαλεία, καυστήρες, μέρη αεροσκαφών και άλλα μηχανήματα που εμπορευόταν ακόμα και με ιδιώτες σε Ελλάδα και εξωτερικό. Ηταν και η ΠΥΡΚΑΛ μία από τις βαριές βιομηχανίες της χώρας που από τα τέλη του ’70 κι έπειτα άρχισαν να φθίνουν.
Η μετάβαση στον Μποδοσάκη
Ολη αυτή η συζήτηση που γίνεται σήμερα για αυτά εδώ τα κτίρια και τον περιβάλλοντα χώρο φαντάζομαι δεν είχε περάσει καθόλου από το μυαλό του Πρόδρομου Μποδοσάκη όταν το 1934 ήταν πλέον ο κυρίαρχος μέτοχος της ΠΥΡΚΑΛ, όντας ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της βιομηχανικής ανάπτυξης της Ελλάδας. Η ΠΥΡΚΑΛ ήταν μόνο ένα μέρος από τη βιομηχανική αυτοκρατορία που είχε φτιάξει ο Μποδοσάκης (εξορύξεις, υαλουργία, μηχανουργία, μεταφορές, ασφάλειες, χημικά, κλωστοϋφαντουργία κ.ά.).
Επί των ημερών του η ΠΥΡΚΑΛ θα γιγαντωθεί με ακόμα περισσότερες εξαγωγές και με αίτημα του ίδιου θα προχωρήσει στη μεγαλύτερη δυνατή αυτονομία παραγωγής. Αυτός ήταν ο λόγος που το εργοστάσιο δεν περιορίστηκε μόνο στην παραγωγή σφαιρών, βλημάτων, όλμων κ.λπ., αλλά απέκτησε και σχεδιαστήριο, τυπογραφείο, συσκευαστήριο και ό,τι άλλο ήταν απαραίτητο για την πλήρη αυτονομία του. Ακόμα και σήμερα σε αυτούς τους χώρους γίνονται κάποιοι τεχνικοί έλεγχοι και κατασκευή εξαρτημάτων.
Από τα μέσα της δεκαετίας του ’30 κι έπειτα η ΠΥΡΚΑΛ θα γνωρίσει στιγμές ακατάπαυστης παραγωγής. Ως βιομηχανία θα ευνοηθεί ιδιαίτερα και από τον Ισπανικό Εμφύλιο, αφού ήταν μία από εκείνες που προμήθευε υλικό τους Δημοκρατικούς κατά τη διάρκειά του (1936-1939). Αμέσως μετά θα έχει καθοριστική συμβολή στην εμπλοκή της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το εργοστάσιο δούλευε ακατάπαυστα με τρεις βάρδιες καθημερινά.
Ελαφρύς αλλά και βαρύτερος οπλισμός που παράχθηκε μέσα σε αυτά τα κτίρια έφτανε στο Αλβανικό Μέτωπο και καθιστούσε τον Ελληνικό Στρατό σημαντικό αντίπαλο. Εκτός από τις κτιριακές εγκαταστάσεις που προδίδουν τα χρόνια τους, κάποια από τα μηχανήματα και μερικά σχέδια στους τοίχους συνδέονται με εκείνη την περίοδο.
Πριν από την εμπλοκή της Ελλάδας στον Μεγάλο Πόλεμο, στα 160 στρέμματα των εγκαταστάσεων εργάζονταν 3.800 άτομα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι πολλοί από τους εργάτες ήταν γυναίκες – και σήμερα εργάζονται γυναίκες εδώ – γιατί οι υπεύθυνοι θεωρούσαν ότι είναι πιο επιμελείς, παρατηρητικές και προσεκτικές. Μάλιστα, στο κομμάτι του τελικού ελέγχου οι εργαζόμενες ήταν πολλές, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από σειρά αρχειακών φωτογραφιών.
Η περίοδος της Κατοχής και η αναγέννηση
Με τη γερμανική κατοχή οι εγκαταστάσεις όχι μόνο θα περάσουν στα χέρια των κατακτητών, αλλά θα τις βρουν σε άριστη και απολύτως λειτουργική κατάσταση, αφού το σχέδιο που είχε εκπονηθεί για την καταστροφή τους και την απομάκρυνση του εξοπλισμού έμεινε στα χαρτιά. Η ελληνική πλευρά δεν πρόλαβε να μη διευκολύνει τους Γερμανούς στην παραγωγή πολεμικού υλικού. Οι Ναζί όμως δεν έκαναν το ίδιο. Φεύγοντας άφησαν πίσω τους ένα εν πολλοίς κατεστραμμένο εργοστάσιο, αφού το μεγαλύτερο μέρος του υπάρχοντος εξοπλισμού, αλλά και εκείνου που οι ίδιοι είχαν εγκαταστήσει για να είναι συμβατό με τον οπλισμό τους, απομακρύνθηκε πριν από την αποχώρησή τους. Η ΠΥΡΚΑΛ έπρεπε ουσιαστικά να αρχίσει από το μηδέν.
Ετσι κι έγινε. Ενώ τα προηγούμενα χρόνια είχε παραχθεί τεράστιος όγκος πολεμικού υλικού, στην επανεκκίνηση στράφηκε αρχικά στην παραγωγή καταναλωτικών προϊόντων, αφού τα απαραίτητα για αυτό μηχανήματα μπορούσαν να κατασκευαστούν σε αυτό το εργοστάσιο που ήταν πια κοντά στην πόλη. Λίγο αργότερα άρχισαν να έρχονται οι πρώτες μεγάλες παραγγελίες από τον Ελληνικό Στρατό, αφού ήταν σε εξέλιξη ο ελληνικός Εμφύλιος.
Η είσοδος της Ελλάδας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία, με το δεύτερο κύμα διεύρυνσης το 1952, ήταν καλή εξέλιξη για την πολεμική βιομηχανία της Ελλάδας, αφού πλέον, εκτός από τον Ελληνικό Στρατό, πελάτης της ήταν και το ΝΑΤΟ. Λίγα χρόνια αργότερα, ένας από τους πελάτες της βιομηχανίας ήταν και η Δυτική Γερμανία… Από τις αρχές του ’50 κι έπειτα, οι εγκαταστάσεις πέρασαν σε νέα φάση διεύρυνσης. Κατασκευάστηκαν καινούργια κτίρια, αυξήθηκε κατακόρυφα η παραγωγή και διευρύνθηκε ο κατάλογος των προϊόντων.
Μεταπολίτευση και κρατικοποίηση
Το πρώτο και σημαντικότερο πλήγμα, μετά την Κατοχή, για την εταιρεία, συνεπώς και για το εργοστάσιό της, ήταν η απόφαση του ελληνικού κράτους να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία παραγωγής οπλισμού. Με την ίδρυση της Ελληνικής Βιομηχανίας Οπλων (ΕΒΟ) το 1976, που ξεκίνησε κατασκευάζοντας το περιβόητο όπλο G3 της γερμανικής εταιρείας Heckler & Koch, το όπλο που καθιέρωσε ο Ελληνικός Στρατός, τα πράγματα για την ΠΥΡΚΑΛ ήταν δυσοίωνα. Η παλιά βιομηχανία θα έπρεπε να σταματήσει την παραγωγή ενός άλλου βελγικού όπλου που είχε ήδη ξεκινήσει. Δεκάδες χιλιάδες από αυτά τα όπλα που είχαν παραχθεί εδώ πουλήθηκαν στο εξωτερικό. Οσο αναπτυσσόταν η ΕΒΟ, η ΠΥΡΚΑΛ έχανε έδαφος, αφού ουσιαστικά το μονοπώλιο στην προμήθεια του Ελληνικού Στρατού είχε σταματήσει.
Εκτός από το μεγάλο πλήγμα που ήταν οι προμήθειες στον Ελληνικό Στρατό, η ΠΥΡΚΑΛ στη δεκαετία του ’70 είχε και άλλες εμπορικές απώλειες από χώρες του εξωτερικού που στράφηκαν σε άλλες εταιρείες. Ηταν η εποχή που και άλλες βιομηχανίες της οικογένειας Μποδοσάκη αντιμετώπιζαν προβλήματα.
Η σωτηρία της εταιρείας – που πήγαινε ολοταχώς προς την κατάρρευση – ήρθε το 1982 από το ίδιο το ελληνικό κράτος και ύστερα από απεργίες των εργαζομένων, όταν και αποφασίστηκε η κρατικοποίησή της. Το γεγονός αυτό διέσωσε την εταιρεία, δεν άφησε στον δρόμο 2.000 εργαζόμενους και την έβαλε σε μια νέα εποχή. Οχι τόσο ένδοξη όσο του παρελθόντος, αλλά με σημαντικό ρόλο στην αμυντική βιομηχανία και όχι μόνο. Είναι ενδεικτικό ότι το 2002 έγινε η σχεδίαση για την παραγωγή μιας σύγχρονης για την εποχή ανεμογεννήτριας ελληνικής κατασκευής, αλλά το σχέδιο δεν ευοδώθηκε.
Περίπου 20 χρόνια μετά την κρατική σωτηρία, το 2004, η συνταγή που είχε εφαρμοστεί έναν αιώνα πριν χρησιμοποιήθηκε εκ νέου. Η ΕΒΟ αυτή τη φορά συγχωνεύτηκε με την ΠΥΡΚΑΛ και δημιουργήθηκε μια νέα εταιρεία με την επωνυμία Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ), η οποία διαχειρίζεται σήμερα και αυτό το ιστορικό απόθεμα, πέρα από την παραγωγική της διαδικασία.
Η γοητεία της αισθητικής και η αντίθεση με τις σφαίρες
Τα κτίρια δεν είναι άδειες αποθήκες αρχιτεκτονικής και βιομηχανικής κληρονομιάς. Τα περισσότερα στεγάζουν μέχρι σήμερα δεκάδες γιγαντιαία ή και μικρότερα μηχανήματα, τα οποία δεν φαίνεται να υπάρχει πρόθεση να διασωθούν. Αφού δεν κηρύχθηκε διατηρητέος και ο (μουσειακός) εξοπλισμός τους, πρόσφατη δημοπρασία άνοιξε τον δρόμο ώστε περισσότερα από 100 να πάνε για παλιοσίδερα, με την αξία τους να αποτιμάται απλώς σε κιλά! Τα μηχανήματα αυτά δεν ανήκουν επίσης στη βιομηχανική κληρονομιά του χώρου; αναρωτιέμαι…
Το παρελθόν με το παρόν συνδιαλέγονται εδώ με έναν τρόπο παράξενο. Βουβές γρασαρισμένες μηχανές και εκατοντάδες μεταλλικές κατασκευές και μηχανήματα συνυπάρχουν με χιλιάδες γυαλιστερές σφαίρες που περνάνε από τον τελικό τεχνικό έλεγχο για να μπουν στα κουτιά τους. Η γοητευτική αρχιτεκτονική, κοινωνιολογική, βιομηχανική και εμπορική ιστορία αυτού του μέρους έρχεται σε αντίθεση με το υλικό που παράγεται. Δυστυχώς, ακόμα γίνονται πόλεμοι.
Οι εργαζόμενοι μας κοιτάζουν παράξενα που «εισβάλλουμε» σε χώρους όπου απαγορεύεται η είσοδος στους «μη έχοντες εργασία». Σκέφτηκα να τους ρωτήσω πώς νιώθουν που εργάζονται για την παραγωγή πολεμικού υλικού, αλλά μετά το ξανασκέφτηκα. Δεν ήθελα να τους βάλω σε αυτή τη διαδικασία. Ακόμα και ένας να μην ένιωθε καλά με αυτό, γιατί να τον φέρω σε δύσκολη θέση; Ετσι, συνέχισα να παρατηρώ τον χώρο σιωπηλά, μέσα στον θόρυβο των σιδερένιων ψυχών που γεννούσαν ακούραστα γυαλιστερούς κάλυκες. Εδώ μέσα όμως μπήκαμε για τα διατηρητέα, για αυτό επιστρέφω σε αυτά.
Το πελώριο οβιδουργείο
Από τα μεγαλύτερα και εντυπωσιακότερα κτίρια των εγκαταστάσεων, που θα παραμείνει, είναι το παλιό οβιδουργείο. Εντός του υπήρχαν και υπάρχουν πιεστήρια, κλίβανοι, γενικά μηχανήματα, εγκατάσταση παρασκευής καλύκων πυροβόλων, εργαστήριο μετρήσεων, μεταλλογραφικό και χημικό εργαστήριο και εργαστήριο μηχανικών δοκιμών. Θα μπορούσε να είναι από μόνο του ένα εργοστάσιο. Πάνω από την κεντρική του είσοδο υπάρχει ένα μεγάλο ρολόι. Αδύνατον να περάσει απαρατήρητο. Φαντάζομαι, θα το έχουν δει χιλιάδες μάτια ανυπομονώντας να τελειώσει η βάρδια τους. Οι περισσότεροι μπορεί να μην είχαν δικό τους ρολόι τη δεκαετία του ’30. Αυτό το άλλοτε πολύβουο και γεμάτο κόσμο κτίριο σήμερα είναι ήσυχο. Το μόνο που δεν έχει αλλάξει εδώ μέσα όλα αυτά τα χρόνια είναι το φως που μπαίνει από τα χαρακτηριστικά παράθυρα των βιομηχανικών κτιρίων και από τον επίσης κλασικό βιομηχανικό φεγγίτη της οροφής.
Η μετακόμιση στο Λαύριο, το μποτιλιάρισμα και τα υπουργεία
Τα σχέδια που έχουν δοθεί στη δημοσιότητα για το υπουργικό πάρκο «Ανδρέας Λεντάκης» είναι εντυπωσιακά, όπως συχνά συμβαίνει με τις τρισδιάστατες απεικονίσεις σε επίπεδο μακέτας. Η αναβάθμιση της περιοχής είναι δεδομένη. Θα απομακρυνθούν επικίνδυνα υλικά, θα δημιουργηθούν κοινόχρηστοι χώροι και χώροι πρασίνου… Θα μεταμορφωθεί μια βιομηχανική έκταση σε μια σύγχρονη αστική μικροπολιτεία. Οι πιο έντονες αντιδράσεις αναφέρουν ως σημαντικό πρόβλημα το συγκοινωνιακό. Σύμφωνα με όσους θέτουν το θέμα, το μποτιλιάρισμα που θα δημιουργηθεί θα είναι πολύ εντονότερο από το ήδη υπάρχον τις ώρες αιχμής στην περιοχή. Πάντα, τέτοιου είδους έργα πυροδοτούν και αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας. Κάποιες δικαιολογημένες, κάποιες λόγω μη σωστής πληροφόρησης, άλλες πολιτικογενείς… Αλλοτε δικαιώνονται, άλλοτε όχι. Αναμφισβήτητα πάντως μιλάμε για ένα μεγάλο έργο που θα μεταμορφώσει όλη τη γύρω περιοχή. Πέρα από τα διατηρητέα, τα περισσότερα υφιστάμενα κτίρια δεν έχουν κάποιο ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ή ιστορικό ενδιαφέρον και θα κατεδαφιστούν.
Σε αντίθεση με τον έξω μποτιλιαρισμένο δρόμο που οδηγεί στην Ηλιουπόλεως, μέσα, στους εσωτερικούς δρόμους της βιομηχανικής έκτασης, επικρατεί ησυχία. Οι άνθρωποι που εργάζονται σε σχέση με τον όγκο των εγκαταστάσεων είναι πολύ λίγοι. Σήμερα, ο χώρος υπολειτουργεί παράγοντας περιορισμένο πολεμικό υλικό και τον απαραίτητο μηχανολογικό εξοπλισμό. Η πρόβλεψη είναι η παραγωγή των ΕΑΣ να μεταφερθεί εξ ολοκλήρου σε νέες εγκαταστάσεις στο Λαύριο, αφού ναυάγησε το ενδεχόμενο μετεγκατάστασης στη Μάνδρα Αττικής.
Στις παλιές εγκαταστάσεις της πρώην ΠΥΡΚΑΛ στον Υμηττό πρόκειται να μετεγκατασταθούν τα υπουργεία Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Εσωτερικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Τουρισμού. Επίσης, κατά τον σχεδιασμό πάντα, εκεί θα βρίσκονται τα ΕΕΣΥΠ, ΕΤΑΔ, ΤΑΙΠΕΔ και ΑΑΔΕ. Με λίγα λόγια, ο μισός κρατικός μηχανισμός και κάποιοι χώροι πρασίνου, παιδικές χαρές κ.λπ.
Ετσι, ο χώρος αυτός θα ξαναγεμίσει κόσμο. Αυτή τη φορά όχι με λίγες χιλιάδες εργαζόμενους στην αμυντική βιομηχανία, αλλά με χιλιάδες επισκέπτες και 14.000 ανθρώπους που θα εργάζονται εκεί καθημερινά. Ποιος ξέρει, μπορεί κι εκείνοι να ρίχνουν καμιά ματιά στο μεγάλο ρολόι του ιστορικού κτιρίου για να δουν πότε είναι η ώρα για να γυρίσουν στο σπίτι.
Comments are closed.